λογίατρος

From LSJ

Γνώμης γὰρ ἐσθλῆς ἔργα χρηστὰ γίγνεται → Proba sunt illius facta, cui mens est proba → Aus edler Einstellung erwächst die edle Tat

Menander, Monostichoi, 112
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λογίατρος Medium diacritics: λογίατρος Low diacritics: λογίατρος Capitals: ΛΟΓΙΑΤΡΟΣ
Transliteration A: logíatros Transliteration B: logiatros Transliteration C: logiatros Beta Code: logi/atros

English (LSJ)

ὁ, a physician only in words, Gal.Libr.Propr.1, Id.15.159, al.:—hence λογιατρεία, ἡ, Ph.1.526 (v.l. λογοιατρεία).

Greek (Liddell-Scott)

λογίατρος: ὁ, ἐν λόγοις μόνον ἰατρός, Γαλην. τ. 8, σ. 670F· - ὅθεν λογοϊατρεία, ἡ, Φίλων 1. 526.

Greek Monolingual

λογίατρος, ὁ (Α)
γιατρός μόνο στα λόγια, ψευτογιατρός, κομπογιαννίτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λογο- + ἰατρός (< ἰῶμαι)].

German (Pape)

ὁ, Arzt in Worten, mit dem Munde, der die Arzneikunst nicht ausübt, Sp.