μεταστοιχεί

From LSJ

Ὁ μὴ γαμῶν ἄνθρωπος οὐκ ἔχει κακά → Multis malis caret ille, qui uxorem haud habet → Der Mann, der ledig bleibt, kennt keinen Leidensdruck

Menander, Monostichoi, 437
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεταστοιχεί Medium diacritics: μεταστοιχεί Low diacritics: μεταστοιχεί Capitals: ΜΕΤΑΣΤΟΙΧΕΙ
Transliteration A: metastoicheí Transliteration B: metastoichei Transliteration C: metastoichei Beta Code: metastoixei/

English (LSJ)

or μεταστοιχί, Adv. all in a row, στὰν δὲ μ., of chariots ready to start in a race, Il.23.358; of runners, ib.757.

German (Pape)

[Seite 154] v.l. für μεταστοιχί.

French (Bailly abrégé)

adv.
c. μεταστοιχί.

Greek Monolingual

μεταστοιχεί και μεταστοιχί (Α)
επίρρ. (για άρματα έτοιμα για αρματηλασία ή για αυτούς που πρόκειται να αγωνιστούν σε αγώνα δρόμου) στη σειρά, στη γραμμή («στὰν δὲ μεταστοιχί», Ομ. Ιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α)- + -στοιχεί (< στοῖχος «σειρά, διάταξη»), πρβλ. τριστοιχεί].

Greek Monotonic

μεταστοιχεί: ή -ί (στοῖχος), επίρρ., όλοι σε στοίχιση, σε πλήρη στοίχιση, σε Ομήρ. Ιλ.

Middle Liddell

στοῖχος
adv. all in a row, Il.