μυδιόσκελλον
From LSJ
Θησαυρός ἐστι τῶν κακῶν κακὴ γυνή → Ingens mali thesaurus est mulier mala → Ein Schatz an allem Schlechten ist ein schlechtes Weib
English (LSJ)
τό, = μύδιον.
Greek Monolingual
μυδιόσκελλον, τὸ (Α)
μικρός εμβρυουλκός, μαιευτική λαβίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μύδιον «μαιευτική λαβίδα» + σκελλός «με στραβά πόδια»].