νυκτιπλανής

From LSJ

καὶ ὑποθέμενος κατὰ τῆς κεφαλῆς φέρειν τὰς πληγάς, ὡς ἐν ἐκείνῃ τοῦ τε κακοῦ τοῦ πρὸς ἀνθρώπους → and having instructed them to bring their blows against the head, seeing that the harm to humans ... (Josephus, Antiquities of the Jews 1.50)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νυκτῐπλᾰνής Medium diacritics: νυκτιπλανής Low diacritics: νυκτιπλανής Capitals: ΝΥΚΤΙΠΛΑΝΗΣ
Transliteration A: nyktiplanḗs Transliteration B: nyktiplanēs Transliteration C: nyktiplanis Beta Code: nuktiplanh/s

English (LSJ)

νυκτιπλανές, = νυκτίπλανος (roaming by night), νυκτιπλανῆ τελέθουσαν Opp. C. 3.268 (vv.ll. νυκτιπλανῆτιν τ. (sic), νυκτιπλάνητον ἐοῦσαν).

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
c. νυκτίπλαγκτος.
Étymologie: νύξ, πλανάω.

Greek (Liddell-Scott)

νυκτιπλᾰνής: -ές, = τῷ ἑπομ., νυκτιπλανῆ τελέθουσαν Ὀππ. Κ. 3.268, ἔνθα ἕτεροι, νυκτιπλανῆτιν ἐοῦσαν· - ὡσαύτως νυκτοπλανής, Μανέθων 1. 311.

Greek Monolingual

νυκτιπλανής, -ές (Α)
βλ. νυκτοπλανής.

German (Pape)

ές, = νυκτίπλαγκτος.