ξηρογραφία
From LSJ
τότ' ἦν ἐγώ σοι πάνθ', ὅτε φαύλως ἔπραττες → At the time you were doing badly, I used to be everything for you (Menander, Woman of Samos 380)
Greek Monolingual
η
1. (τεχνολ.-τυπογρ.) μέθοδος αναπαραγωγής αντιγράφων με ξηρά αποτύπωση και με χρήση ειδικών κόνεων, βασισμένη στην αρχή της φωτοαγωγιμότητας ορισμένων μονωτικών υλικών και στην αρχή της ηλεκτροστατικής έλξης που αναπτύσσεται μεταξύ δύο σωμάτων φορτισμένων με ετερόσημα ηλεκτρικά φορτία
2. ιατρ. ηλεκτροστατική μέθοδος απεικόνισης με ακτίνες Χ πάνω σε ειδικά επεξεργασμένη πλάκα, με μεταφορά της λαμβανόμενης εικόνας σε χαρτί.