πάγαρχος

From LSJ

Ἰδίας νόμιζε τῶν φίλων τὰς συμφοράς → Tuas amicus crede amici miserias → Betracht' als eignes deiner Freunde Missgeschick

Menander, Monostichoi, 263
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾱγαρχος Medium diacritics: πάγαρχος Low diacritics: πάγαρχος Capitals: ΠΑΓΑΡΧΟΣ
Transliteration A: págarchos Transliteration B: pagarchos Transliteration C: pagarchos Beta Code: pa/garxos

English (LSJ)

ὁ, = παγάρχης, ib.68.10 (pl., vi A. D.), etc.

Greek (Liddell-Scott)

πάγαρχος: -ου, ὁ, Λατ. pagi praepositus, ὁ διοικητὴς κώμης, Βασίλ. IV, 236C, Ἰουστινιαν. Ἤδικτ. 13, 24.

Greek Monolingual

πάγαρχος, ὁ (Α)
παγάρχης, διοικητής κώμης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάγος [ΙΙ] «κώμη» + -αρχος (< ἄρχω), πρβλ. ναύαρχος].