προπλήσσω

From LSJ

ἀσμένῳ δέ σοι ἡ ποικιλείμων νὺξ ἀποκρύψει φάοςglad wilt thou be when night, arrayed in spangled garb, shuts out the light

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προπλήσσω Medium diacritics: προπλήσσω Low diacritics: προπλήσσω Capitals: ΠΡΟΠΛΗΣΣΩ
Transliteration A: proplḗssō Transliteration B: proplēssō Transliteration C: proplisso Beta Code: proplh/ssw

English (LSJ)

strike first, τὴν φόρμιγγα Him.Or.12.3.

Greek (Liddell-Scott)

προπλήσσω: πλήττω, κρούω πρότερον, τὴν φόρμιγγα Ἱμερ. Λόγ. 12. 3.

Greek Monolingual

Α
(σχετικά με φόρμιγγα) κρούω από πριν, προανακρούω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + πλήσσω «χτυπώ»].