πτωχόνοια

From LSJ

Ἀλλ' ὑπ' ἐλπίδων ἄνδρας τὸ κέρδος πολλάκις διώλεσεν → But the profit-motive has destroyed many people in their hope for gain

Sophocles, Antigone, 221-2

Greek (Liddell-Scott)

πτωχόνοια: ἡ, πτωχεία, ἔνδεια νοῦ, Ἐκκλ.

Greek Monolingual

ἡ, Μ
έλλειψη νού, φτωχό μυαλό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πτωχός + -νοια (< -νους < νοῦς), πρβλ. μικρόνοια].