κακῶν θάλατταν ὁ κακὸς ἄνθρωπος φέρει → the evil man brings a sea of evils
-η, -ο / σησαμάτος, -η, -ον, ΝΜΑπασπαλισμένος με σουσάμινεοελλ.το ουδ. ως ουσ. το σουσαμάτογλύκισμα από σουσάμι και μέλι ή ζάχαρη, αλλ. παστέλι.[ΕΤΥΜΟΛ. < σουσάμι / σήσαμον + κατάλ. -άτος (πρβλ. καρυδάτος)].