ταυρόφθογγος

From LSJ

τί γὰρ καλὸν ζῆν βίοτον, ὃς λύπας φέρει → for what good is there to live a life that brings pain

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ταυρόφθογγος Medium diacritics: ταυρόφθογγος Low diacritics: ταυρόφθογγος Capitals: ΤΑΥΡΟΦΘΟΓΓΟΣ
Transliteration A: tauróphthongos Transliteration B: taurophthongos Transliteration C: tavrofthoggos Beta Code: tauro/fqoggos

English (LSJ)

ταυρόφθογγον, bellowing like a bull, τ. μῖμοι sounds that imitate the bellowing of bulls, A.Fr.57.8 (anap.).

Russian (Dvoretsky)

ταυρόφθογγος: мычащий как бык (μῖμοι Aesch.).

Greek (Liddell-Scott)

ταυρόφθογγος: -ον, ὁ φθεγγόμενος, μυκώμενος ὡς ταῦρος, τ. μῖμοι, ἦχοι μιμούμενοι τὸν μηκυθμὸν τῶν ταύρων, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 55.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που μουγκρίζει σαν ταύρος («ταυρόφθογγοι μῖμοι» — ήχοι ως μίμηση του μυκηθμού τών ταύρων, Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταῦρος + -φθόγγος (< φθόγγος), πρβλ. μελίφθογγος].