φανφαρόνος
From LSJ
κακῷ δέ τῳ προσεικάζω τάδε → I think this looks like mischief, these things sound ominous to me, these things sound evil to me, I consider these things ominous, I liken these things to something bad
Greek Monolingual
και φαμφαρόνος, ο, θηλ. φανφαρόνα, Ν
κομπαστής και φλύαρος, αλαζόνας, καυχησιάρης και φαφλατάς, λογάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. fanfarone < ισπ. fanfarron].