ἀμήχανον τέχνημα καὶ δυσέκδυτον → unmanageable garment which he could not strip off
διάθεσις, ψυχή, χαρακτήρ, σύστασις, κατάστασις, γέννημα, σχέσις, βαφή, ὀργή, ὀργά, ἀρμονία, ἁρμονίη, ἁρμονιά, φυή, φυά, τρόπος