ἀποσκίμπτω

From LSJ

Ἰσχυρότερον δέ γ' οὐδέν ἐστι τοῦ λόγου → Oratione nulla vis superior → Nichts ist gewiss gewaltiger als die Vernunft | Nichts ist gewiss gewalt'ger als der Rede Kraft

Menander, Monostichoi, 258
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποσκίμπτω Medium diacritics: ἀποσκίμπτω Low diacritics: αποσκίμπτω Capitals: ΑΠΟΣΚΙΜΠΤΩ
Transliteration A: aposkímptō Transliteration B: aposkimptō Transliteration C: aposkimpto Beta Code: a)poski/mptw

English (LSJ)

= ἀποσκήπτω.—Pass., δνο ἄγκυραι ἀγαθαὶ ἐκ ναὸς ἀπεσκίμφθαι it is good to have two anchors fastened to the ship, Pi. O.6.101.

Spanish (DGE)

lanzar ἀγαθαὶ δὲ πέλοντ' ... ἐκ ναὸς ἀπεσκίμφθαι δύ' ἄγκυραι está bien ... tener echadas dos anclas desde la nave Pi.O.6.101.

German (Pape)

[Seite 325] = ἀποσκήπτω, Pind. Ol. 6, 101 δύο ἄγκυραι ἐκ ναὸς ἀπεσκίμφθαι.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποσκίμπτω: μέλλ. -ψω, = ἀποσκήπτω: παθ., δύο ἄγκυραι ἀγαθαὶ ἐκ ναὸς ἀπεσκίμθαι, εἶναι καλὸν νὰ ἔχῃ τις δύο ἀγκύρας ἐρριμένας ἐκ τοῦ πλοίου του εἰς τὴν θάλασσαν, Πινδ. Ο. 6. 172.

English (Slater)

ἀποσκίμπτω throw down ἀγαθαὶ δὲ πέλοντ' ἐν χειμερίᾳ νυκτὶ θοᾶς ἐκ ναὸς ἀπεσκίμφθαι δὔ ἄγκυραι (v.l. ἀπεσκῆφθαι) (O. 6.101)

Greek Monolingual

ἀποσκίμπτω (Α)
αποσκήπτω, ρίχνω.