ἀντανακοπή: Difference between revisions
From LSJ
Ἔνεισι καὶ γυναιξὶ σώφρονες τρόποι → Insunt modesti mores etiam mulieri → Auch Frauen haben in sich weise Lebensart
(big3_4) |
(4) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ῆς, ἡ [[retroceso]] κυμάτων Arist.<i>Mu</i>.396<sup>a</sup>19. | |dgtxt=-ῆς, ἡ [[retroceso]] κυμάτων Arist.<i>Mu</i>.396<sup>a</sup>19. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (Α [[ἀντανακοπή]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />η [[ανακοπή]] την οποία ασκεί [[κάποιος]] [[εναντίον]] μιας δικαστικής απόφασης και της ανακοπής που έχει γίνει [[εναντίον]] της<br /><b>αρχ.</b><br />(για κύματα) η [[αναδίπλωση]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:23, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A recoil, κυμάτων Arist.Mu.396a19.
German (Pape)
[Seite 244] , gegenseitiges Zurückschlagen, Zurück prallen, von Wellen, Arist. mund. 4, 31.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντανακοπή: ἡ, ἡ πρὸς τὰ ὀπίσω ἀνακοπή, ὑποστροφή, κυμάτων Ἀριστ. π. Κόσμ. 4. 33.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ retroceso κυμάτων Arist.Mu.396a19.
Greek Monolingual
η (Α ἀντανακοπή)
νεοελλ.
η ανακοπή την οποία ασκεί κάποιος εναντίον μιας δικαστικής απόφασης και της ανακοπής που έχει γίνει εναντίον της
αρχ.
(για κύματα) η αναδίπλωση.