Λάλει τὰ μέτρια, μὴ λάλει δ', ἃ μή σε δεῖ → Modestus sermo, et qualis deceat, sit tuus → Sprich maßvoll, spricht nicht aus, was unanständig ist
(14) |
(No difference)
|
και ετέρωθε (ΑΜ ἑτέρωθεν)
επίρρ. από το άλλο μέρος, από την άλλη μεριά, από την άλλη πλευρά
αρχ.
1. στην άλλη μεριά, απέναντι
2. από άλλον τόπο, από άλλο μέρος («ἑτέρωθεν εἰσπράξασθαι», Πλάτ.)
[ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο- + επίθ. -θεν, που δηλώνει απομάκρυνση (πρβλ. άλλο-θεν, εκεί-θεν)].