ἡμίκαυστος: Difference between revisions

From LSJ

ἀσκεῖν περὶ τὰ νοσήματα δύο, ὠφελεῖν ἢ μὴ βλάπτειν → strive, with regard to diseases, for two things — to do good, or to do no harm | as to diseases, make a habit of two things — to help, or at least, to do no harm

Source
(6_9)
(16)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἡμίκαυστος''': ἢ -καυτος, ον, κατὰ τὸ ἥμισυ κεκαυμένος, Αἰλ. Π. Ἱστ. 13. 2, Δίων Κ. 50. 35.
|lstext='''ἡμίκαυστος''': ἢ -καυτος, ον, κατὰ τὸ ἥμισυ κεκαυμένος, Αἰλ. Π. Ἱστ. 13. 2, Δίων Κ. 50. 35.
}}
{{grml
|mltxt=και ημίκαυτος, -η, -ο (Α [[ἡμίκαυστος]] και ἡμίκαυτος, -ον)<br />[[μισοκαμένος]], εν μέρει ή [[κατά]] το ήμισυ καμένος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ημι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>καυ</i>(<i>σ</i>)<i>τος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[καίω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ά</i>-<i>καυ</i>(<i>σ</i>)<i>τος</i>, <i>πυρί</i>-<i>καυ</i>-(<i>σ</i>)<i>τος</i>].
}}
}}

Revision as of 06:35, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡμίκαυστος Medium diacritics: ἡμίκαυστος Low diacritics: ημίκαυστος Capitals: ΗΜΙΚΑΥΣΤΟΣ
Transliteration A: hēmíkaustos Transliteration B: hēmikaustos Transliteration C: imikafstos Beta Code: h(mi/kaustos

English (LSJ)

(so Thphr.Lap.53, Charito 1.3) or ἡμί-καυτος, ον,

   A half-burnt, Ael.VH 13.2, D.C.50.35, Jul.Or.1.27d.

German (Pape)

[Seite 1168] halb verbrannt, Charit. 1, 3; auch ἡμίκαυτος, Ael. V. H. 13, 2 D. Cass. 50, 35.

Greek (Liddell-Scott)

ἡμίκαυστος: ἢ -καυτος, ον, κατὰ τὸ ἥμισυ κεκαυμένος, Αἰλ. Π. Ἱστ. 13. 2, Δίων Κ. 50. 35.

Greek Monolingual

και ημίκαυτος, -η, -ο (Α ἡμίκαυστος και ἡμίκαυτος, -ον)
μισοκαμένος, εν μέρει ή κατά το ήμισυ καμένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + -καυ(σ)τος (< καίω), πρβλ. ά-καυ(σ)τος, πυρί-καυ-(σ)τος].