ἱεροφαντία: Difference between revisions
From LSJ
(Bailly1_3) |
(17) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br />ministère de l’hiérophante.<br />'''Étymologie:''' [[ἱεροφάντης]]. | |btext=ας (ἡ) :<br />ministère de l’hiérophante.<br />'''Étymologie:''' [[ἱεροφάντης]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἱεροφαντία]], ἡ (Α) [[ιεροφάντης]]<br />το [[αξίωμα]] και το [[έργο]] του ιεροφάντη. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:36, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A office of hierophant, Plu.Alc.34, Luc.Alex.38 (pl.), Theo Sm.p.15 H.
German (Pape)
[Seite 1243] ἡ, das Amt des Hierophanten, Plut. Alc. 34.
Greek (Liddell-Scott)
ἱεροφαντία: ἡ, τὸ ἀξίωμα τοῦ ἱεροφάντου, Πλουτ. Ἀλκιβ. 34. 2) ἡ ἀποκάλυψις ἱερῶν πραγμάτων, Κλήμ. Ἀλ. Ι. 112C, 1216C.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
ministère de l’hiérophante.
Étymologie: ἱεροφάντης.
Greek Monolingual
ἱεροφαντία, ἡ (Α) ιεροφάντης
το αξίωμα και το έργο του ιεροφάντη.