δικτυοθήρας: Difference between revisions

From LSJ

Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art

Menander, Monostichoi, 478
(6_15)
(9)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δικτυοθήρας''': ὁ, ὁ θηρεύων διὰ δικτύων, [[ἁλιεύς]], Σχολ. Θεοκρ. 1. 40.
|lstext='''δικτυοθήρας''': ὁ, ὁ θηρεύων διὰ δικτύων, [[ἁλιεύς]], Σχολ. Θεοκρ. 1. 40.
}}
{{grml
|mltxt=[[δικτυοθήρας]], ο (AM)<br />αυτός που κυνηγάει ζώα και πουλιά με [[δίχτυ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δίκτυον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>θήρας</i> <span style="color: red;"><</span> [[θήρα]] «[[κυνήγι]]» (<b>[[πρβλ]].</b> [[ορνιθοθήρας]], [[ορτυγοθήρας]]]
}}
}}

Revision as of 07:04, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δικτῠοθήρας Medium diacritics: δικτυοθήρας Low diacritics: δικτυοθήρας Capitals: ΔΙΚΤΥΟΘΗΡΑΣ
Transliteration A: diktyothḗras Transliteration B: diktyothēras Transliteration C: diktyothiras Beta Code: diktuoqh/ras

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A net-fisher, Sch. Theoc.1.40.

German (Pape)

[Seite 630] ὁ, = δικτυβόλος, Schol. Theocr. 1, 40.

Greek (Liddell-Scott)

δικτυοθήρας: ὁ, ὁ θηρεύων διὰ δικτύων, ἁλιεύς, Σχολ. Θεοκρ. 1. 40.

Greek Monolingual

δικτυοθήρας, ο (AM)
αυτός που κυνηγάει ζώα και πουλιά με δίχτυ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δίκτυον + -θήρας < θήρα «κυνήγι» (πρβλ. ορνιθοθήρας, ορτυγοθήρας]