ἑτεροεθνής: Difference between revisions

From LSJ

Μέμνησο νέος ὤν, ὡς γέρων ἔσῃ ποτέ → Iuvenis memento te fore aliquando senem → Bedenke jung schon, dass dereinst ein Greis du bist

Menander, Monostichoi, 354
(6_7)
(14)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἑτεροεθνής''': -ές, εἰς ἕτερον [[ἔθνος]] ἀνήκων, [[ξένος]], Στράβ. 128, Κλήμ. Ἀλεξ. 478.
|lstext='''ἑτεροεθνής''': -ές, εἰς ἕτερον [[ἔθνος]] ἀνήκων, [[ξένος]], Στράβ. 128, Κλήμ. Ἀλεξ. 478.
}}
{{grml
|mltxt=-ές (ΑΜ [[ἑτεροεθνής]], -ές)<br />αυτός που ανήκει σε [[άλλο]] [[έθνος]], ο [[ομοεθνής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ετερο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>εθνής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[έθνος]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αλλο</i>-<i>εθνής</i>].
}}
}}

Revision as of 07:13, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑτεροεθνής Medium diacritics: ἑτεροεθνής Low diacritics: ετεροεθνής Capitals: ΕΤΕΡΟΕΘΝΗΣ
Transliteration A: heteroethnḗs Transliteration B: heteroethnēs Transliteration C: eteroethnis Beta Code: e(teroeqnh/s

English (LSJ)

ές,

   A of another tribe, foreign, Str.8.1.2, Ph.2.400.

German (Pape)

[Seite 1048] ές, von einem andern Volke, Strab. II p. 128 u. öfter.

Greek (Liddell-Scott)

ἑτεροεθνής: -ές, εἰς ἕτερον ἔθνος ἀνήκων, ξένος, Στράβ. 128, Κλήμ. Ἀλεξ. 478.

Greek Monolingual

-ές (ΑΜ ἑτεροεθνής, -ές)
αυτός που ανήκει σε άλλο έθνος, ο ομοεθνής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο- + -εθνής (< έθνος), πρβλ. αλλο-εθνής].