περικάκησις: Difference between revisions
From LSJ
Τῶν εὐτυχούντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Homines amici sunt omnes felicibus → Nur derer, die im Glück sind, Freund ist jeder Mensch
(Bailly1_4) |
(32) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=εως (ἡ) :<br />découragement, désespoir.<br />'''Étymologie:''' [[περικακέω]]. | |btext=εως (ἡ) :<br />découragement, désespoir.<br />'''Étymologie:''' [[περικακέω]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ήσεως, ἡ, Α [[περικακώ]]<br />πολύ [[μεγάλη]] [[δυστυχία]], [[συμφορά]], [[συσσώρευση]] δεινών, απελπιστική [[κατάσταση]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:05, 29 September 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A extreme ill-luck, Id.1.85.2, al.
German (Pape)
[Seite 578] ἡ, großes Unglück, Verzweiflung mitten im Unglück, Pol. 1, 85, 2. 15, 29, 10.
Greek (Liddell-Scott)
περικάκησις: -εως, ἡ, ἀπελπιστικὴ κατάστασις, Πολύβ. 1. 85. 2, κτλ.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
découragement, désespoir.
Étymologie: περικακέω.
Greek Monolingual
-ήσεως, ἡ, Α περικακώ
πολύ μεγάλη δυστυχία, συμφορά, συσσώρευση δεινών, απελπιστική κατάσταση.