παραγινώσκω: Difference between revisions

From LSJ

κεντέω τὸν πῶλον περὶ τὴν νύσσαν → of impetuous haste, goad the foal around the turning post

Source
(Bailly1_4)
 
(30)
Line 1: Line 1:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>réc. c.</i> [[παραγιγνώσκω]].
|btext=<i>réc. c.</i> [[παραγιγνώσκω]].
}}
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[αποφασίζω]] [[ενάντια]] στο [[ορθό]] και το [[δίκαιο]], [[πλανώμαι]] ως [[προς]] την [[κρίση]] και την [[απόφαση]] μου<br /><b>2.</b> [[παρανομώ]] («οὐδὲν θαυμαστὸν [[ὑπὲρ]] τούτων περὶ αὐτοῡ παραγνώναι τοὺς δικαστάς»).
}}
}}

Revision as of 12:13, 29 September 2017

French (Bailly abrégé)

réc. c. παραγιγνώσκω.

Greek Monolingual

Α
1. αποφασίζω ενάντια στο ορθό και το δίκαιο, πλανώμαι ως προς την κρίση και την απόφαση μου
2. παρανομώ («οὐδὲν θαυμαστὸν ὑπὲρ τούτων περὶ αὐτοῡ παραγνώναι τοὺς δικαστάς»).