πενταστάτηρος: Difference between revisions

From LSJ

τὸ δὲ ποιεῖν ἄνευ νοῦ ἃ δοκεῖ καὶ σὺ ὁμολογεῖς κακὸν εἶναι: ἢ οὔ → but doing what one thinks fit without intelligence is—as you yourself admit, do you not?—an evil

Source
(6_17)
(31)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πενταστάτηρος''': -ον, ὁ ἔχων βάρος [[πέντε]] στατήρων, Σωσικράτης ἐν «Παρακαταθήκῃ» 1.
|lstext='''πενταστάτηρος''': -ον, ὁ ἔχων βάρος [[πέντε]] στατήρων, Σωσικράτης ἐν «Παρακαταθήκῃ» 1.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει [[βάρος]] [[πέντε]] στατήρων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πεντα</i>- <span style="color: red;">+</span> [[στατήρ]], -<i>ῆρος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>δεκα</i>-<i>στάτηρος</i>)].
}}
}}

Revision as of 12:15, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πενταστάτηρος Medium diacritics: πενταστάτηρος Low diacritics: πενταστάτηρος Capitals: ΠΕΝΤΑΣΤΑΤΗΡΟΣ
Transliteration A: pentastátēros Transliteration B: pentastatēros Transliteration C: pentastatiros Beta Code: pentasta/thros

English (LSJ)

[στᾰ], ον,

   A five στατῆρες in weight, Sosicr.1 codd. Poll.

German (Pape)

[Seite 557] fünf στατῆρες schwer od. werth, δίκελλα, Sosicrat. com. bei Poll. 4, 173. 9, 57 erkl. durch πεντάλιτρος.

Greek (Liddell-Scott)

πενταστάτηρος: -ον, ὁ ἔχων βάρος πέντε στατήρων, Σωσικράτης ἐν «Παρακαταθήκῃ» 1.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που έχει βάρος πέντε στατήρων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + στατήρ, -ῆρος (πρβλ. δεκα-στάτηρος)].