συναποκυλίνδω: Difference between revisions

From LSJ

εἰ μὴ προσέθηκα καὶ κατεσιώπησα ψυχήν μου, ὡς τὸ ἀπογεγαλακτισμένος ἐπὶ μητέρα αὐτοῦsurely I have calmed and quieted my soul like a weaned child on its mother's shoulder

Source
(6_5)
(39)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συναποκῠλίνδω''': ἀόρ. -εκύλῑσα, [[ἀποκυλίω]] [[ὁμοῦ]], συναπεκύλισεν ἑαυτῷ τὸν ἀντίπαλον Σχόλ. Ἑνετικ. εἰς Ἰλ. Ψ. 730.
|lstext='''συναποκῠλίνδω''': ἀόρ. -εκύλῑσα, [[ἀποκυλίω]] [[ὁμοῦ]], συναπεκύλισεν ἑαυτῷ τὸν ἀντίπαλον Σχόλ. Ἑνετικ. εἰς Ἰλ. Ψ. 730.
}}
{{grml
|mltxt=Α<br />[[μετατοπίζω]] κάποιον κυλώντας τον [[μαζί]] με άλλον («συναπεκύλισεν ἑαυτῷ τὸν ἀντίπαλον», Σχόλ. Ιλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>ἀπὸ</i> <span style="color: red;">+</span> [[κυλίνδω]], [[άλλος]] τ. του [[κυλίω]].
}}
}}

Revision as of 12:34, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συναποκῠλίνδω Medium diacritics: συναποκυλίνδω Low diacritics: συναποκυλίνδω Capitals: ΣΥΝΑΠΟΚΥΛΙΝΔΩ
Transliteration A: synapokylíndō Transliteration B: synapokylindō Transliteration C: synapokylindo Beta Code: sunapokuli/ndw

English (LSJ)

aor. -εκύλῑσα,

   A roll away together with, ἑαυτῷ τὸν ἀντίπαλον Sch.B Il.23.730.

Greek (Liddell-Scott)

συναποκῠλίνδω: ἀόρ. -εκύλῑσα, ἀποκυλίω ὁμοῦ, συναπεκύλισεν ἑαυτῷ τὸν ἀντίπαλον Σχόλ. Ἑνετικ. εἰς Ἰλ. Ψ. 730.

Greek Monolingual

Α
μετατοπίζω κάποιον κυλώντας τον μαζί με άλλον («συναπεκύλισεν ἑαυτῷ τὸν ἀντίπαλον», Σχόλ. Ιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἀπὸ + κυλίνδω, άλλος τ. του κυλίω.