τεκνοδαίτης: Difference between revisions

From LSJ

ὃ σὺ μισεῖς ἑτέρῳ μὴ ποιήσεις → don't do to others what you don't want them to do to you

Source
(6_19)
(40)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τεκνοδαίτης''': -ου, ὁ, ([[δαίω]] Β, [[δαίνυμι]]) ὁ καταβιβρώσκων τὰ τέκνα του, Χρησμ. παρὰ Παυσ. 8, 42, 6.
|lstext='''τεκνοδαίτης''': -ου, ὁ, ([[δαίω]] Β, [[δαίνυμι]]) ὁ καταβιβρώσκων τὰ τέκνα του, Χρησμ. παρὰ Παυσ. 8, 42, 6.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br />αυτός που τρώει τα [[παιδιά]] του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τέκνον]] <span style="color: red;">+</span> -[[δαίτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[δαίτης]] <span style="color: red;"><</span> [[δαίομαι]] «[[μοιράζω]], [[τρώω]]»), <b>πρβλ.</b> <i>ξενο</i>-[[δαίτης]]].
}}
}}

Revision as of 12:57, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεκνοδαίτης Medium diacritics: τεκνοδαίτης Low diacritics: τεκνοδαίτης Capitals: ΤΕΚΝΟΔΑΙΤΗΣ
Transliteration A: teknodaítēs Transliteration B: teknodaitēs Transliteration C: teknodaitis Beta Code: teknodai/ths

English (LSJ)

ου, ὁ, (δαίω (Β) , δαίνυμι)

   A devouring his children, Orac. ap.Paus.8.42.6.

German (Pape)

[Seite 1082] ὁ, der seine Kinder verzehrt, Or. bei Paus. 8, 42, 6.

Greek (Liddell-Scott)

τεκνοδαίτης: -ου, ὁ, (δαίω Β, δαίνυμι) ὁ καταβιβρώσκων τὰ τέκνα του, Χρησμ. παρὰ Παυσ. 8, 42, 6.

Greek Monolingual

ὁ, Α
αυτός που τρώει τα παιδιά του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τέκνον + -δαίτης (< δαίτης < δαίομαι «μοιράζω, τρώω»), πρβλ. ξενο-δαίτης].