άργιλος: Difference between revisions

From LSJ

βίος ἀνεόρταστος μακρὴ ὁδὸς ἀπανδόκευτος → a life without feasting is a long journey without an inn | a life without festivals is a long journey without inns | a life without festivals is a long road without inns | a life without festivity is a long road without an inn | a life without festivity is like a long road without an inn | a life without holidays is like a long road without taverns | a life without parties is a long journey without inns | a life without public holidays is a long road without hotels

Source
(6)
 
m (Text replacement - "πρβλ." to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α ἄργιλος κ. -ιλλος)<br />[[τύπος]] χωμάτων ή πετρωμάτων που αποτελούνται από κόκκους με διάμετρο μικρότερη από 0, 002 χιλιοστόμετρα (κεραμεική [[άργιλος]], αργιλικοί σχιστόλιθοι, ιλυόλιθοι <b>κ.λπ.</b>)<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. συνδέεται πιθ. με το [[αργός]] (Ι) και ανήκει στις λέξεις με [[επίθημα]] -<i>ī</i><i>lo</i> -, που [[είναι]] της τεχνικής [[κυρίως]] ορολογίας ή της καθημερινής γλώσσας (<b>[[πρβλ]].</b> <i>όμιλος</i>, [[στρόβιλος]] <b>κ.ά.</b>). Το λατ. <i>argilla</i> [[είναι]] [[δάνειο]] απ' την ελλ. [[λέξη]]].
|mltxt=η (Α ἄργιλος κ. -ιλλος)<br />[[τύπος]] χωμάτων ή πετρωμάτων που αποτελούνται από κόκκους με διάμετρο μικρότερη από 0, 002 χιλιοστόμετρα (κεραμεική [[άργιλος]], αργιλικοί σχιστόλιθοι, ιλυόλιθοι <b>κ.λπ.</b>)<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. συνδέεται πιθ. με το [[αργός]] (Ι) και ανήκει στις λέξεις με [[επίθημα]] -<i>ī</i><i>lo</i> -, που [[είναι]] της τεχνικής [[κυρίως]] ορολογίας ή της καθημερινής γλώσσας (<b>πρβλ.</b> <i>όμιλος</i>, [[στρόβιλος]] <b>κ.ά.</b>). Το λατ. <i>argilla</i> [[είναι]] [[δάνειο]] απ' την ελλ. [[λέξη]]].
}}
}}

Revision as of 20:40, 22 December 2018

Greek Monolingual

η (Α ἄργιλος κ. -ιλλος)
τύπος χωμάτων ή πετρωμάτων που αποτελούνται από κόκκους με διάμετρο μικρότερη από 0, 002 χιλιοστόμετρα (κεραμεική άργιλος, αργιλικοί σχιστόλιθοι, ιλυόλιθοι κ.λπ.)
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεται πιθ. με το αργός (Ι) και ανήκει στις λέξεις με επίθημα -īlo -, που είναι της τεχνικής κυρίως ορολογίας ή της καθημερινής γλώσσας (πρβλ. όμιλος, στρόβιλος κ.ά.). Το λατ. argilla είναι δάνειο απ' την ελλ. λέξη].