ἀγακλυτός: Difference between revisions
θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόµατί µου καὶ θύραν περιοχῆς περὶ τὰ χείλη µου → set a guard over my mouth, Lord; keep watch over the door of my lips | set a guard, O Lord, over my mouth; keep watch over the door of my lips (Psalm 140:3, Septuagint version)
(Autenrieth) |
(2) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth | ||
|auten==[[ἀγακλεής]], [[ἀγακλειτός]]. | |auten==[[ἀγακλεής]], [[ἀγακλειτός]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀγακλυτός:''' -όν,<br /><b class="num">1.</b> = [[ἀγακλειτός]], Λατ. [[inclytus]], λέγεται για πρόσωπα, σε Όμηρ., Ησίοδ.<br /><b class="num">2.</b> λέγεται και για πράγματα, σε Ομήρ. Οδ. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:13, 30 December 2018
English (LSJ)
όν,
A = -κλειτός, Il.6.426, Hes.Th.945, etc. 2 of things, ἀ. δώματα Od.3.388, 7.3,46.
German (Pape)
[Seite 7] ή, όν, sehr berühmt, Hom. Iliad. nur 6, 436, Odyss. öfter; ἀγ. δῶματα Od. 3, 388 u. 428. 7, 3 u. 46, sonst Beiw. von Heroen.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγακλυτός: -όν, = ἀγακλεής, -κλειτός. Λατ. inclytus, Ὁμ. (πρὸ πάντων ἐν Ὀδ. ἐν Ἰλ. μόνον ἐν Ζ, 436. -Ἰδομενῆα), καὶ Ἡσ. ἰδίᾳ ἐπὶ ἀνθρώπων. 2) ἐπὶ πραγμάτων, ἀγ. δώματα, Ὀδ. Γ. 388, 428., Η. 3, 46.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
très illustre.
Étymologie: ἄγαν, κλυτός.
English (Autenrieth)
Greek Monotonic
ἀγακλυτός: -όν,
1. = ἀγακλειτός, Λατ. inclytus, λέγεται για πρόσωπα, σε Όμηρ., Ησίοδ.
2. λέγεται και για πράγματα, σε Ομήρ. Οδ.