ἀκμόνιον: Difference between revisions

From LSJ

εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin

Source
(2)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀκμόνιον]], το (Α)<br />υποκοριστικό του [[άκμων]].
|mltxt=[[ἀκμόνιον]], το (Α)<br />υποκοριστικό του [[άκμων]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀκμόνιον:''' τό, υποκορ. του επόμ., σε Αίσωπ.
}}
}}

Revision as of 17:33, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκμόνιον Medium diacritics: ἀκμόνιον Low diacritics: ακμόνιον Capitals: ΑΚΜΟΝΙΟΝ
Transliteration A: akmónion Transliteration B: akmonion Transliteration C: akmonion Beta Code: a)kmo/nion

English (LSJ)

τό, Dim. of sq., Aesop.413.

German (Pape)

[Seite 75] τό, kleiner Ambos, Aesop. 284.

Greek (Liddell-Scott)

ἀκμόνιον: τό, ὑποκορ. τοῦ ἑπομ., Αἴσωπ.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
petite enclume.
Étymologie: ἄκμων².

Greek Monolingual

ἀκμόνιον, το (Α)
υποκοριστικό του άκμων.

Greek Monotonic

ἀκμόνιον: τό, υποκορ. του επόμ., σε Αίσωπ.