ἀντεικάζω: Difference between revisions

From LSJ

ὅσῳ διαφέρει σῦκα καρδάμων → as different as chalk from cheese, different as chalk from cheese, apples and oranges, like apples and oranges, by as much as cardamom is different from figs

Source
(4)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀντεικάζω]] (Α)<br />[[παρομοιάζω]] κι εγώ [[κάτι]] με [[κάτι]] [[άλλο]].
|mltxt=[[ἀντεικάζω]] (Α)<br />[[παρομοιάζω]] κι εγώ [[κάτι]] με [[κάτι]] [[άλλο]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀντεικάζω:''' μέλ. <i>-άσομαι</i>, αόρ. αʹ <i>-ῄκασα</i>· [[συγκρίνω]], [[παρομοιάζω]], <i>τινά τινι</i>, σε Αριστοφ.· απόλ., σε Πλάτ.
}}
}}

Revision as of 20:24, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντεικάζω Medium diacritics: ἀντεικάζω Low diacritics: αντεικάζω Capitals: ΑΝΤΕΙΚΑΖΩ
Transliteration A: anteikázō Transliteration B: anteikazō Transliteration C: anteikazo Beta Code: a)nteika/zw

English (LSJ)

fut.

   A -άσομαι Pl.Men.8cc: aor. -ῄκασα Ar.V.1311, subj. -εικάσω Pl. l.c.:—compare in return, τινάτινι Ar. l.c.: c. acc., Pl. l.c.:—hence ἀντεικ-ασία, ἡ, Sch. Ven.Il.8.560.

German (Pape)

[Seite 245] dagegen vergleichen, ἀντεικάσομαι Plat. Men. 80 c; ἀντῄκασ' αὐτόν τινι Ar. Vesp. 1311.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντεικάζω: μέλλ. -άσομαι Πλάτ. Μένων 80C: ἀόρ. -ῄκασα Ἀριστοφ. Σφ. 1311, ὑποτακτ. -εικάσω Πλάτ. αὐτόθι: - παρομοιάζω τι καὶ ἐγὼ πρὸς ἄλλο, λέγω ὅτι εἶναι ὅμοιον μὲ..., ὁ δὲ ἀνακραγὼν ἀντῄκασ’ αὐτὸν πάρνοπι Ἀριστοφ. ἔνθ. ἀνωτ.: ἀπολ., Πλάτ. ἔνθ’ ἀνωτ.: - Ἐντεῦθεν -κασία, ἡ, Σχόλ. Ἑνετ. εἰς Ἰλ. Θ. 560.

French (Bailly abrégé)

f. ἀντεικάσομαι, ao. ἀντῄκασα;
comparer les faits : τινά τινι confronter qqn avec un autre pour juger de la ressemblance.
Étymologie: ἀντί, εἰκάζω.

Spanish (DGE)

• Morfología: [fut. -άσομαι Pl.Men.80c; aor. -ῄκασα Ar.V.1311; subj. -εικάσω Pl.Men.80c]
comparar a su vez αὐτὸν πάρνοπι Ar.l.c., ἵνα σε ἀντεικάσω para que yo te compare a mi vez Pl.l.c.

Greek Monolingual

ἀντεικάζω (Α)
παρομοιάζω κι εγώ κάτι με κάτι άλλο.

Greek Monotonic

ἀντεικάζω: μέλ. -άσομαι, αόρ. αʹ -ῄκασα· συγκρίνω, παρομοιάζω, τινά τινι, σε Αριστοφ.· απόλ., σε Πλάτ.