βιβλίδιον: Difference between revisions
Δυσαμένη δὲ κάρηνα βαθυκνήμιδος ἐρίπνης / Δελφικὸν ἄντρον ἔναιε φόβῳ λυσσώδεος Ἰνοῦς (Nonnus, Dionysiaca 9.273f.) → Having descended from the top of a deep-greaved cliff, she dwelt in a cave in Delphi, because of her fear of raving/raging Ino.
(7) |
(3) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[βιβλίδιον]], το (Α)<br />μικρό [[βιβλίο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <i>Βιβλῑδιον</i> πιθ. με [[συναίρεση]] <span style="color: red;"><</span> <i>βιβλι</i>- [[ίδιον]] υποκορ. του [[βιβλίον]]. | |mltxt=[[βιβλίδιον]], το (Α)<br />μικρό [[βιβλίο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <i>Βιβλῑδιον</i> πιθ. με [[συναίρεση]] <span style="color: red;"><</span> <i>βιβλι</i>- [[ίδιον]] υποκορ. του [[βιβλίον]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''βιβλίδιον:''' [ῑ], τό, υποκορ. του [[βίβλος]], σε Δημ., Ανθ. | |||
}} | }} |
Revision as of 21:56, 30 December 2018
English (LSJ)
[ῑδ], τό, Dim. of βιβλίον, D.56.1, Plb.23.2.5 (βυβλ-), SIG663.20 (Delos, iii/ii B. C.), AP12.208 (Strat.), Antiph.162 : βιβλείδιον, τό,
A petition, Lat. libellus, POxy.1032.4 (ii A. D.), etc.; ἐπὶ βιβλειδίων, = Lat.a libellis, IG14.1072:—written βυβλείδιον Demetr. Lac.Herc.1012.35F., 1013.12F.
German (Pape)
[Seite 444] τό, dim. von βιβλίς, Dem. 56, 1; Pol. 24, 2; Plut. öfter, z. B. Brut. 13; Strat. 50 (XII, 208).
Greek (Liddell-Scott)
βιβλίδιον: [ῑδ], τό, ὑποκορ. τοῦ βιβλίς, Δημ. 1283, 5, Ἀνθ. ΙΙ. 12. 208, Ἀντιφ. Μύλ. 1· ὡσαύτως βιβλιδάριον, τό, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 596.
Greek Monolingual
βιβλίδιον, το (Α)
μικρό βιβλίο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βιβλῑδιον πιθ. με συναίρεση < βιβλι- ίδιον υποκορ. του βιβλίον.
Greek Monotonic
βιβλίδιον: [ῑ], τό, υποκορ. του βίβλος, σε Δημ., Ανθ.