δοριτίνακτος: Difference between revisions

From LSJ

ἐν δὲ δικαιοσύνῃ συλλήβδην πᾶσ' ἀρετὴ ἔνι → in justice is all virtue found in sum, in justice is every virtue there is, in justice every virtue is brought together, justice contains in itself all the virtues

Source
(9)
(4)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δοριτίνακτος]], -ον (Α)<br />«[[δοριτίνακτος]] [[αἰθήρ]]» — που σείστηκε από την [[κλαγγή]] τών όπλων (<b>Αισχ.</b>).
|mltxt=[[δοριτίνακτος]], -ον (Α)<br />«[[δοριτίνακτος]] [[αἰθήρ]]» — που σείστηκε από την [[κλαγγή]] τών όπλων (<b>Αισχ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''δορῐτίνακτος:''' [τῐ], -ον ([[τινάσσω]]), αυτός που έχει τιναχθεί, σεισθεί σε [[κονταρομαχία]], σε Αισχύλ.
}}
}}

Revision as of 22:20, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δοριτίνακτος Medium diacritics: δοριτίνακτος Low diacritics: δοριτίνακτος Capitals: ΔΟΡΙΤΙΝΑΚΤΟΣ
Transliteration A: doritínaktos Transliteration B: doritinaktos Transliteration C: doritinaktos Beta Code: doriti/naktos

English (LSJ)

[τῐ], ον,

   A shaken by battle, αἰθήρ A.Th.155 (lyr.).

Greek (Liddell-Scott)

δορῐτίνακτος: [τῐ], ον, τιναχθείς, .σεισθεὶς διὰ τῶν δοράτων, αἰθὴρ Αἰσχύλ. Θήβ. 155.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
ébranlé par les lances : δοριτίνακτα δ’ αἰθὴρ ἐπιμαίνεται ESCHL l’air y répond par le sifflement furieux des lances qui l’ébranlent.
Étymologie: δόρυ, τινάσσω.

Greek Monolingual

δοριτίνακτος, -ον (Α)
«δοριτίνακτος αἰθήρ» — που σείστηκε από την κλαγγή τών όπλων (Αισχ.).

Greek Monotonic

δορῐτίνακτος: [τῐ], -ον (τινάσσω), αυτός που έχει τιναχθεί, σεισθεί σε κονταρομαχία, σε Αισχύλ.