δυσόρφναιος: Difference between revisions
From LSJ
Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...
(10) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[δυσόρφναιος]], -α, -ον (Α)<br />ο πολύ [[σκοτεινός]], [[κατάμαυρος]]. | |mltxt=[[δυσόρφναιος]], -α, -ον (Α)<br />ο πολύ [[σκοτεινός]], [[κατάμαυρος]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''δυσόρφναιος:''' -α, -ον ([[ὄρφνη]]), [[πολύ]] [[σκοτεινός]], [[κατασκότεινος]], [[θεοσκότεινος]], σε Ευρ. | |||
}} | }} |
Revision as of 22:20, 30 December 2018
English (LSJ)
α, ον,
A dusky, τρύχη E.Ph.325 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 685] sehr finster, Eur. Phoen. 325.
Greek (Liddell-Scott)
δυσόρφναιος: -α, -ον, λίαν σκοτεινός, τρύχη Εὐρ. Φοιν. 325.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
ténébreux et effrayant.
Étymologie: δυσ-, ὄρφνη.
Spanish (DGE)
-ον oscuro, tenebroso τρύχη E.Ph.325.
Greek Monolingual
δυσόρφναιος, -α, -ον (Α)
ο πολύ σκοτεινός, κατάμαυρος.
Greek Monotonic
δυσόρφναιος: -α, -ον (ὄρφνη), πολύ σκοτεινός, κατασκότεινος, θεοσκότεινος, σε Ευρ.