δυσόρφναιος

From LSJ

Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)

Menander, Monostichoi, 135
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δῠσόρφναιος Medium diacritics: δυσόρφναιος Low diacritics: δυσόρφναιος Capitals: ΔΥΣΟΡΦΝΑΙΟΣ
Transliteration A: dysórphnaios Transliteration B: dysorphnaios Transliteration C: dysorfnaios Beta Code: duso/rfnaios

English (LSJ)

α, ον, dusky, τρύχη E.Ph.325 (lyr.).

Spanish (DGE)

-ον oscuro, tenebroso τρύχη E.Ph.325.

German (Pape)

[Seite 685] sehr finster, Eur. Phoen. 325.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
ténébreux et effrayant.
Étymologie: δυσ-, ὄρφνη.

Russian (Dvoretsky)

δυσόρφναιος: совершенно темный (τρύχη Eur.).

Greek (Liddell-Scott)

δυσόρφναιος: -α, -ον, λίαν σκοτεινός, τρύχη Εὐρ. Φοιν. 325.

Greek Monolingual

δυσόρφναιος, -α, -ον (Α)
ο πολύ σκοτεινός, κατάμαυρος.

Greek Monotonic

δυσόρφναιος: -α, -ον (ὄρφνη), πολύ σκοτεινός, κατασκότεινος, θεοσκότεινος, σε Ευρ.

Middle Liddell

δυσ-όρφναιος, η, ον ὄρφνη
dusky, Eur.