πολυτερπής: Difference between revisions

From LSJ

Γονεῖς δὲ τίμα καὶ φίλους εὐεργέτει → Reverens parentum sis, amicis beneficus → Die Eltern ehre, deinen Freunden tue wohl

Menander, Monostichoi, 105
(33)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές, Α<br /><b>1.</b> ο εξαιρετικά [[τερπνός]] («πολυτερπνεῑς ὕμνοι», <b>Ανθ. Παλ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που τέρπεται, ευχαριστείται πολύ.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>τερπής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τέρπω]])].
|mltxt=-ές, Α<br /><b>1.</b> ο εξαιρετικά [[τερπνός]] («πολυτερπνεῑς ὕμνοι», <b>Ανθ. Παλ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που τέρπεται, ευχαριστείται πολύ.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>τερπής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τέρπω]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πολῠτερπής:''' -ές ([[τέρπω]]), [[πολύ]] [[ευχάριστος]], σε Ανθ.
}}
}}

Revision as of 01:12, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολυτερπής Medium diacritics: πολυτερπής Low diacritics: πολυτερπής Capitals: ΠΟΛΥΤΕΡΠΗΣ
Transliteration A: polyterpḗs Transliteration B: polyterpēs Transliteration C: polyterpis Beta Code: poluterph/s

English (LSJ)

ές,

   A much-delighting, ὕμνοι AP9.504; Ἔρως Orph.Fr.168.9, 169.    II much-delighted, ἀκουαί Nonn.D.10.236.

German (Pape)

[Seite 674] ές, viel od. sehr ergötzend, ὕμνοι, Ep. (IX, 504).

Greek (Liddell-Scott)

πολῠτερπής: -ές, ὁ πολὺ τερπνός, λίαν εὐφρόσυνος, Ἀνθ. Π. 9. 504, Ὀρφ. ἐν Εὐσ. Εὐαγγ. Προπ. 100C.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
très agréable, charmant.
Étymologie: πολύς, τέρπω.

Greek Monolingual

-ές, Α
1. ο εξαιρετικά τερπνός («πολυτερπνεῑς ὕμνοι», Ανθ. Παλ.)
2. αυτός που τέρπεται, ευχαριστείται πολύ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + -τερπής (< τέρπω)].

Greek Monotonic

πολῠτερπής: -ές (τέρπω), πολύ ευχάριστος, σε Ανθ.