Πυλαία: Difference between revisions
μούνη γὰρ ἄγειν οὐκέτι σωκῶ λύπης ἀντίρροπον ἄχθος → I have no longer strength to bear alone the burden of grief that weighs me down, I no longer have the strength to hold up alone the weight of grief that pushes against me, I no longer have the strength to counterbalance alone the weight of grief that acts as counterweight, I have no longer strength to balance alone the counterpoising weight of sorrow
(Bailly1_4) |
(6) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br />v. [[Πύλαιος]]. | |btext=ας (ἡ) :<br />v. [[Πύλαιος]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''Πῠλαία:''' Ιων. -αίη (ενν. [[σύνοδος]]), ἡ, θηλ. του [[πυλαῖος]]·<br /><b class="num">I. 1.</b> η φθινοπωρινή [[συνεδρία]] των Αμφικτυόνων στις Πύλες, στον Ηρόδ.· απ' όπου, γενικά, το Αμφικτυονικό [[συνέδριο]], στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> το [[δικαίωμα]] να στέλνει [[κανείς]] αντιπροσώπους σ' αυτό το [[συνέδριο]], σε Δημ.<br /><b class="num">II.</b> ανάμικτο [[πλήθος]], όπως αυτό των συνεδρίων στις Πύλες, σε Πλούτ.· [[έπειτα]], ανόητα σκώμματα, [[φλυαρία]], στον ίδ. | |||
}} | }} |
Revision as of 01:28, 31 December 2018
English (LSJ)
Ion. Πυλ-αίη (sc. σύνοδος), ἡ, fem. of πυλαῖος,
A meeting of the Amphictyons at Pylae, Hdt.7.213, Thphr.HP9.10.2, etc.; π. ἠρινά SIG230.27 (Delph., iv B.C.); ἐαρινή Decr.Amphict. ap. D.18.154; ὀπωρινά SIG239 C 32 (Delph., iv B.C.); μετοπωρινή Str.9.3.7. 2 right of sending deputies to the Amphictyonic Council, D.5.23, 6.22. 3 place where the Amphictyons met, GDI2507.5, 2524.11 (Delph., iii B.C.), Plu.2.409a. II promiscuous crowd, such as was found at these meetings: hence μύθων ἀπιθάνων . . πυλαία farrago, Id.Art.1, cf. 2.924d. III a place (perh. in Arcadia, cf. St.Byz.) considered undesirable for Spartan youths, Id.2.239c.
Greek (Liddell-Scott)
Πῠλαία: Ἰων. -αίη, (ἐξυπ. σύνοδος), ἡ, θηλ. τοῦ πυλαῖος, ἡ φθινοπωρινὴ συνεδρία τῶν Ἀμφικτυόνων ἐν Πύλαις ἢ μᾶλλον ἐν Ἀνθήλῃ παρὰ τὰς Πύλας), Ἡρόδ. 7. 200· ἀκολούθως καθόλου, τὸ Ἀμφικτυονικὸν συνέδριον, αὐτόθι 213, Ρήτορες. 2) τὸ δικαίωμα τοῦ πέμπειν ἀπεσταλμένους εἰς τοῦτο τὸ συνέδριον, Δημ. 62, ἐν τέλ., 71. 13. 3) ὁ τόπος ἔνθα οἱ Ἀμφικτύονες συνήρχοντο, Πλούτ. 2. 409Α. - Συνήθως λέγεται ὅτι ἡ κατὰ τὸ ἔαρ συνέλευσις τῶν Ἀμφικτυόνων (ἐαρινή, ἠρινή, Ψήφισμα παρὰ Δημ. 278. 18, Συλλ. Ἐπιγρ. 1694) ἐγίνετο ἐν Δελφοῖς, ἡ δὲ φθινοπωρινὴ (μετοπωρινὴ ἢ ὀπωρινὴ Στράβ. 420, Κουρτ. Ἀνέκδ. Δελφ. 40, 45, κ. ἀλλ.) ἐν Πύλαις· ἀλλὰ μνημονεύεται φθινοπωρινὴ συνέλευσις ἐν Δελφοῖς ἐν Δελφ. Ἐπιγραφῇ, ἴδε Κούρτ. ἔνθ’ ἀνωτ., Ἡρόδ. ἔνθ’ ἀνωτ., κτλ. ΙΙ. ἄνθρωποι πολλοὶ ἀναμίξ, ἀνάμικτον πλῆθος, ὡς ὑπῆρχε κατὰ τὰς ἐν Πύλαις συνελεύσεις, μύθων ἀπιθάνων... πυλαία, κυκεών, Πλουτ. Ἀρτοξ. 1· ἀκολ., 2) σκώμματα ἀνόητα, φλυαρία εἰς ἣν κατήντων οἱ ἐν τῷ Ἀμφικτυονικῷ συνεδρίῳ, ἴδε Wytt. εἰς Πλούτ. 2. 239C· - ὅθεν πυλαιασταί, οἱ, γελωτοποιοί, οἷοι ἐπλεόναζον ἐν Πύλαις καὶ ἐν Δελφοῖς διαρκοῦντος τοῦ Ἀμφικτυονικοῦ συνεδρίου, Σουΐδ., Φώτ.· - κατὰ τὸν Ἡσύχ. τὸ ὄνομα πυλαιαστής, ἦτο ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Ροδίοις ἀντὶ τοῦ ψεύστης.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
v. Πύλαιος.
Greek Monotonic
Πῠλαία: Ιων. -αίη (ενν. σύνοδος), ἡ, θηλ. του πυλαῖος·
I. 1. η φθινοπωρινή συνεδρία των Αμφικτυόνων στις Πύλες, στον Ηρόδ.· απ' όπου, γενικά, το Αμφικτυονικό συνέδριο, στον ίδ.
2. το δικαίωμα να στέλνει κανείς αντιπροσώπους σ' αυτό το συνέδριο, σε Δημ.
II. ανάμικτο πλήθος, όπως αυτό των συνεδρίων στις Πύλες, σε Πλούτ.· έπειτα, ανόητα σκώμματα, φλυαρία, στον ίδ.