ὀπισαμβώ: Difference between revisions

From LSJ

Μὴ πάντα πειρῶ πᾶσι πιστεύειν ἀεί → Credenda cunctis esse cuncta ne putes → Glaub ja nicht allen alles immerdar

Menander, Monostichoi, 335
(29)
(3b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀπισαμβώ]], ἡ (Α)<br />([[κατά]] τον Ευστάθ.) «ἡ εἰς [[τοὐπίσω]] [[ἀναχώρησις]]», η [[επιστροφή]], ο [[γυρισμός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀπίσω]] <span style="color: red;">+</span> <i>ἀμβαίνω</i>, επικ. και ιων. τ. του [[ἀναβαίνω]].
|mltxt=[[ὀπισαμβώ]], ἡ (Α)<br />([[κατά]] τον Ευστάθ.) «ἡ εἰς [[τοὐπίσω]] [[ἀναχώρησις]]», η [[επιστροφή]], ο [[γυρισμός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀπίσω]] <span style="color: red;">+</span> <i>ἀμβαίνω</i>, επικ. και ιων. τ. του [[ἀναβαίνω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὀπῐσαμβώ:''' οῦς ἡ отступление, попятное движение Soph.
}}
}}

Revision as of 06:00, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀπῐσαμβώ Medium diacritics: ὀπισαμβώ Low diacritics: οπισαμβώ Capitals: ΟΠΙΣΑΜΒΩ
Transliteration A: opisambṓ Transliteration B: opisambō Transliteration C: opisamvo Beta Code: o)pisambw/

English (LSJ)

ἡ, (ἀμβαίνω, ἀναβαίνω)

   A a going backwards, S.Fr.406: metaph. in Chrysipp.Stoic.3.202, cf. Ael.Dion.Fr.415.

German (Pape)

[Seite 357] ἡ (ἀμβαίνω, = ἀναβαίνω), das Rückwärtsgehen, Soph. frg. 921; vgl. in Paroemiogr. Plut. 1, 3 u. Eust. 862, 5.

Greek (Liddell-Scott)

ὀπῐσαμβώ: ἡ, (ἀμβαίνω, ἀναβαίνω) «ἡ εἰς τοὐπίσω ἀναχώρησις» (Εὐστ. 862, 6), Σοφ. Ἀποσπ. 92.

Greek Monolingual

ὀπισαμβώ, ἡ (Α)
(κατά τον Ευστάθ.) «ἡ εἰς τοὐπίσω ἀναχώρησις», η επιστροφή, ο γυρισμός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπίσω + ἀμβαίνω, επικ. και ιων. τ. του ἀναβαίνω.

Russian (Dvoretsky)

ὀπῐσαμβώ: οῦς ἡ отступление, попятное движение Soph.