τεῦ: Difference between revisions
From LSJ
Aristotle, Nicomachean Ethics, 1098a18
(6) |
(4b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τεῦ:''' Δωρ.<br /><b class="num">I.</b> γεν. του <i>σύ</i>. II. [[τεῦ]], Ιων., Επικ., Δωρ., γεν. του τίς; = [[ποιος]]; [[αλλά]] [[τευ]] εγκλιτ., γεν. του τις, [[κάποιος]]. | |lsmtext='''τεῦ:''' Δωρ.<br /><b class="num">I.</b> γεν. του <i>σύ</i>. II. [[τεῦ]], Ιων., Επικ., Δωρ., γεν. του τίς; = [[ποιος]]; [[αλλά]] [[τευ]] εγκλιτ., γεν. του τις, [[κάποιος]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τεῦ:''' ион.-дор. (= τίνος) gen. к τίς. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:04, 31 December 2018
English (LSJ)
Dor. gen. of σύ (q.v.). II τεῦ, Ion., Ep., and Dor. gen. of τίς; who?, and τευ enclit., gen. of τις, some one, v. τίς, τις.
German (Pape)
[Seite 1101] ion. u. dor. statt τίνος, att. τοῦ, u. τευ, entl., = τινός, att. του, Hom., Her., s. τίς. dor. gen. von τύ, σύ, = σοῦ, Alem.
Greek (Liddell-Scott)
τεῦ: Δωρ. γεν. τοῦ τύ, σύ, Θεόκρ. 5. 19., 7. 27, κλπ. ΙΙ. τεῦ; Ἰων., Ἐπικ. καὶ Δωρ. γεν. τοῦ τίς; ἀλλὰ τευ ἐγκλιτ., γεν. τοῦ τις, Ὅμ., Ἡσ., Ἡρόδ.
French (Bailly abrégé)
2ion. et dor. c. τίνος, de τίς.
English (Autenrieth)
Greek Monotonic
τεῦ: Δωρ.
I. γεν. του σύ. II. τεῦ, Ιων., Επικ., Δωρ., γεν. του τίς; = ποιος; αλλά τευ εγκλιτ., γεν. του τις, κάποιος.
Russian (Dvoretsky)
τεῦ: ион.-дор. (= τίνος) gen. к τίς.