ἐξαποτίνω: Difference between revisions

From LSJ

ἔνδον σκάπτε, ἔνδον ἡ πηγὴ τοῦ ἀγαθοῦ καὶ ἀεὶ ἀναβλύειν δυναμένη, ἐὰν ἀεὶ σκάπτῃς → Dig within. Within is the wellspring of Good; and it is always ready to bubble up, if you just dig | Look within. Within is the fountain of the good, and it will ever bubble up, if thou wilt ever dig.

Source
(4)
(2)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐξαποτίνω:''' [ῑ], [[ικανοποιώ]] εντελώς, σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''ἐξαποτίνω:''' [ῑ], [[ικανοποιώ]] εντελώς, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐξαποτίνω:''' (ῑ) полностью искупать (ἐρινύας τινός Hom.).
}}
}}

Revision as of 11:28, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξαποτίνω Medium diacritics: ἐξαποτίνω Low diacritics: εξαποτίνω Capitals: ΕΞΑΠΟΤΙΝΩ
Transliteration A: exapotínō Transliteration B: exapotinō Transliteration C: eksapotino Beta Code: e)capoti/nw

English (LSJ)

[ῑ],

   A satisfy in full, Ἐρινύας ἐξαποτίνοις Il.21.412.

German (Pape)

[Seite 871] ganz abbüßen, τῆς μητρὸς ἐρινύας Il. 21, 412.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξαποτίνω: ἱκανοποιῶ ἐντελῶς, καταπραΰνω, οὕτω κεν τῆς μητρὸς Ἐρινύας ἐξαποτίνοις Ἰλ. Φ. 412.

French (Bailly abrégé)

donner entière satisfaction à, acc..
Étymologie: ἐξ, ἀποτίνω.

English (Autenrieth)

pay off, satisfy in full, Il. 21.412†.

Spanish (DGE)

• Prosodia: [-ῑ-]
1 saldar una deuda, compensar por completo οὕτω κεν τῆς μητρὸς ἐρινύας ἐξαποτίνοις Il.21.412.
2 sufrir un castigo δεσμοῖς ... πεφυλαγμένοι ἐξαποτῖσαι encadenados para sufrir castigo, Orac.Sib.1.102, cf. 180.

Greek Monolingual

ἐξαποτίνω (Α)
ικανοποιώ πλήρως, καταπραΰνω, κατευνάζω («οὕτω κεν τῆς μητρὸς Ἐρινύας ἐξαποτίνοις», Ομ. Ιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + απο-τίνω «πληρώνω, δίνω ικανοποίηση»].

Greek Monotonic

ἐξαποτίνω: [ῑ], ικανοποιώ εντελώς, σε Ομήρ. Ιλ.

Russian (Dvoretsky)

ἐξαποτίνω: (ῑ) полностью искупать (ἐρινύας τινός Hom.).