γραμμικός: Difference between revisions
Δαίμων ἐμαυτῷ γέγονα γήμας πλουσίαν → Malus sum mihimet ipse Genius, ducta divite → Ich stürzt' mich selbst ins Unglück durch die reiche Frau
(big3_10) |
(1b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[geométrico]] θεωρία Gal.3.812, [[ἀπόδειξις]] Plu.<i>Marc</i>.14, cf. D.L.1.25, <i>Theol.Ar</i>.26, ἐπίπεδα Nicom.<i>Ar</i>.2.7.4, σχήματα Sch.A.<i>Pr</i>.813aH.<br /><b class="num">•</b>fig. de una demostración [[riguroso]] δείξει τοίνυν ὁ Σωκράτης γραμμικαῖς ἀνάγκαις ὅτι ... Olymp.<i>in Grg</i>.18.1, cf. <i>in Alc</i>.49.1, 102.4.<br /><b class="num">2</b> [[lineal]] [[ἀριθμός]] Speus.28, Nicom.<i>Ar</i>.2.6.1, 7.3, 13.6, Procl.<i>in R</i>.2.170.<br /><b class="num">II</b> adv. -ῶς [[geométricamente]] ἐπελογισάμεθα καὶ ταύτας γ. ἀρξάμενοι Ptol.<i>Alm</i>.2.12, γ. ... ἀποδείκνυσθαι S.E.<i>M</i>.3.92, cf. Procl.<i>in R</i>.2.27. | |dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[geométrico]] θεωρία Gal.3.812, [[ἀπόδειξις]] Plu.<i>Marc</i>.14, cf. D.L.1.25, <i>Theol.Ar</i>.26, ἐπίπεδα Nicom.<i>Ar</i>.2.7.4, σχήματα Sch.A.<i>Pr</i>.813aH.<br /><b class="num">•</b>fig. de una demostración [[riguroso]] δείξει τοίνυν ὁ Σωκράτης γραμμικαῖς ἀνάγκαις ὅτι ... Olymp.<i>in Grg</i>.18.1, cf. <i>in Alc</i>.49.1, 102.4.<br /><b class="num">2</b> [[lineal]] [[ἀριθμός]] Speus.28, Nicom.<i>Ar</i>.2.6.1, 7.3, 13.6, Procl.<i>in R</i>.2.170.<br /><b class="num">II</b> adv. -ῶς [[geométricamente]] ἐπελογισάμεθα καὶ ταύτας γ. ἀρξάμενοι Ptol.<i>Alm</i>.2.12, γ. ... ἀποδείκνυσθαι S.E.<i>M</i>.3.92, cf. Procl.<i>in R</i>.2.27. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''γραμμικός:''' <b class="num">II</b> ὁ чертежник (γεωμέτραι καὶ γραμμικοί Plut.).<br />линейный, т. е. геометрический ([[ἀπόδειξις]] Plut.; [[θεωρία]] Diog. L.). | |||
}} | }} |
Revision as of 14:28, 31 December 2018
English (LSJ)
ή, όν,
A linear, geometrical, θεωρία Gal.UP10.12; ἀπόδειξις Plu.Marc.14, Theol.Ar.26; ἀνάγκαι Olymp.in Grg.p.260 J. Adv. -κῶς by means of lines, geometrically, ἀποδείκνυσθαι S.E.M.3.92, cf. Ptol.Alm.2.12, Procl.in R.2.27 K. 2 γ. ἀριθμός linear number, Nicom.Ar.2.7, cf. Speus. ap.Theol.Ar.61. II = γραμματικός, Plu.2.606c (s.v.l.).
German (Pape)
[Seite 505] zu, mit Linien, ἀπόδειξις, ἔφοδος, geometrischer Beweis, Verfahren, Plut. u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
γραμμικός: -ή, -όν, εἰς γραμμὰς ἀνήκων, γεωμετρικός, θεωρία, ἀπόδειξις Διογ. Λ. 1. 25, Πλούτ., κτλ.― Ἐπίρρ. –κῶς, διὰ μέσου γραμμῶν, Σεξτ. Ἐμπ. Μ. 3. 92. ΙΙ. = γραμματικὸς (ἂν ἀληθὴς γραφὴ) Πλούτ. 2. 606C.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
1 qui concerne les lignes, linéaire, géométrique;
2 habile au tracé des lignes, expert en géométrie, en dessin linéaire, etc.
Étymologie: γραμμή.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
I 1geométrico θεωρία Gal.3.812, ἀπόδειξις Plu.Marc.14, cf. D.L.1.25, Theol.Ar.26, ἐπίπεδα Nicom.Ar.2.7.4, σχήματα Sch.A.Pr.813aH.
•fig. de una demostración riguroso δείξει τοίνυν ὁ Σωκράτης γραμμικαῖς ἀνάγκαις ὅτι ... Olymp.in Grg.18.1, cf. in Alc.49.1, 102.4.
2 lineal ἀριθμός Speus.28, Nicom.Ar.2.6.1, 7.3, 13.6, Procl.in R.2.170.
II adv. -ῶς geométricamente ἐπελογισάμεθα καὶ ταύτας γ. ἀρξάμενοι Ptol.Alm.2.12, γ. ... ἀποδείκνυσθαι S.E.M.3.92, cf. Procl.in R.2.27.
Russian (Dvoretsky)
γραμμικός: II ὁ чертежник (γεωμέτραι καὶ γραμμικοί Plut.).
линейный, т. е. геометрический (ἀπόδειξις Plut.; θεωρία Diog. L.).