κτιστύς: Difference between revisions

From LSJ

Φύσιν πονηρὰν μεταβαλεῖν οὐ ῥᾴδιον → Haud facile commutatur ingenium malum → Verdorbene Natur zu ändern ist nicht leicht

Menander, Monostichoi, 531
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κτιστύς:''' -ύος, ὁ, Ιων. αντί [[κτίσις]], σε Ηρόδ.
|lsmtext='''κτιστύς:''' -ύος, ὁ, Ιων. αντί [[κτίσις]], σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''κτιστύς:''' ύος ἡ Her. = [[κτίσις]] 1.
}}
}}

Revision as of 14:36, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κτιστύς Medium diacritics: κτιστύς Low diacritics: κτιστύς Capitals: ΚΤΙΣΤΥΣ
Transliteration A: ktistýs Transliteration B: ktistys Transliteration C: ktistys Beta Code: ktistu/s

English (LSJ)

ύος, ἡ, Ion. for κτίσις, Hdt.9.97.

German (Pape)

[Seite 1520] ύος, ἡ, ion. = κτίσις, die Gründung, Μιλήτου Her. 9, 97.

Greek (Liddell-Scott)

κτιστύς: -ύος, ἡ, Ἰων. ἀντὶ τοῦ κτίσις, Ἡρόδ. 9. 97 (διάφ. γραφ. κτίσις).

French (Bailly abrégé)

ύος (ἡ) :
ion. c. κτίσις.
Étymologie: κτίζω.

Greek Monolingual

κτιστύς, -ύος, ἡ (Α)
ιων. τ. η κτίση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κτισ- του κτίζω + κατάλ. -τύς (πρβλ. γελασ-τύς, κρεμβολιασ-τύς)].

Greek Monotonic

κτιστύς: -ύος, ὁ, Ιων. αντί κτίσις, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

κτιστύς: ύος ἡ Her. = κτίσις 1.