δελτάριον: Difference between revisions

From LSJ

βίος ἀνεόρταστος μακρὴ ὁδὸς ἀπανδόκευτος → a life without feasting is a long journey without an inn | a life without festivals is a long journey without inns | a life without festivals is a long road without inns | a life without festivity is a long road without an inn | a life without festivity is like a long road without an inn | a life without holidays is like a long road without taverns | a life without parties is a long journey without inns | a life without public holidays is a long road without hotels

Source
(8)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δελτάριον]], το [[δέλτος]]<br />η μικρή [[δέλτος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> «ταχυδρομικό δελτάριο» — μικρή ανοιχτή [[επιστολή]] σε [[λεπτό]] [[χαρτόνι]]<br /><b>2.</b> «εικονογραφημένο δελτάριο» — ταχυδρομικό δελτάριο το οποίο έχει τη μία όψη εικονογραφημένη<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] χειρουργικού εργαλείου.
|mltxt=[[δελτάριον]], το [[δέλτος]]<br />η μικρή [[δέλτος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> «ταχυδρομικό δελτάριο» — μικρή ανοιχτή [[επιστολή]] σε [[λεπτό]] [[χαρτόνι]]<br /><b>2.</b> «εικονογραφημένο δελτάριο» — ταχυδρομικό δελτάριο το οποίο έχει τη μία όψη εικονογραφημένη<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] χειρουργικού εργαλείου.
}}
{{elru
|elrutext='''δελτάριον:''' τό писчая дощечка (ἐν ᾧ τὸ τῆς συγκλήτου [[δόγμα]] κατεγέγραπτο, v. l. κατατέτακτο Polyb.): δελτάρια τῶν ἐρωτικῶν Plut. любовные письма.
}}
}}

Revision as of 18:20, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δελτάριον Medium diacritics: δελτάριον Low diacritics: δελτάριον Capitals: ΔΕΛΤΑΡΙΟΝ
Transliteration A: deltárion Transliteration B: deltarion Transliteration C: deltarion Beta Code: delta/rion

English (LSJ)

τό, Dim. of δέλτος, Plb.29.27.2, Plu.Cat.Mi.24.    II a surgical instrument, Hermes 38.284.

German (Pape)

[Seite 544] τό, = folgdm, Pol. 29, 11; Plut. Anton. 58.

Greek (Liddell-Scott)

δελτάριον: τό, ὑποκορ. τοῦ δέλτος, Πολύβ. 29. 11, 2.

Spanish (DGE)

-ου, τό
1 tablilla de madera, como soporte de escritura δ., ἐν ᾧ τὸ τῆς συγκλήτου δόγμα κατετέτακτο Plb.29.27.2, conteniendo una misiva amorosa, Plu.Cat.Mi.24, cf. Brut.5, δ. τετράγωνον μέγα δεκάπτυχον una tablilla rectangular, grande, de diez hojas, PFouad 74.10 (IV d.C.), cf. POxy.2787.5 (II d.C.), sinón. de πινακίδιον Tz.Comm.Ar.1.80.7.
2 hoja o placa de bronce, para fundir y hacer instrumentos quirúrgicos POxy.4001.30 (IV d.C.), cf. Anon.Med.Ferr.p.284
prob. balanza de metal, debido a la forma triangular del plato χρυσοῦ νομισμάτια τριάκοντα εὔσταθμα δελταρίῳ PMichael.42A.6, cf. 7, 26 (VI d.C.).

Greek Monolingual

δελτάριον, το δέλτος
η μικρή δέλτος
νεοελλ.
1. «ταχυδρομικό δελτάριο» — μικρή ανοιχτή επιστολή σε λεπτό χαρτόνι
2. «εικονογραφημένο δελτάριο» — ταχυδρομικό δελτάριο το οποίο έχει τη μία όψη εικονογραφημένη
αρχ.
είδος χειρουργικού εργαλείου.

Russian (Dvoretsky)

δελτάριον: τό писчая дощечка (ἐν ᾧ τὸ τῆς συγκλήτου δόγμα κατεγέγραπτο, v. l. κατατέτακτο Polyb.): δελτάρια τῶν ἐρωτικῶν Plut. любовные письма.