ἐποικοδόμησις: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ γὰρ περισσὰ πράσσειν οὐκ ἔχει νοῦν οὐδένα → There is no sense in doing things beyond the usual measure

Sophocles, Antigone, 67-68
(6_8)
(2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐποικοδόμησις''': -εως, ἡ, τὸ ἐποικοδομεῖν: μεταφ., ἐπισώρευσις, ἀνιοῦσα [[ἔμφασις]], Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 1. 18, 34, Λογγῖν. 39· πρβλ. [[ἐποικοδομέω]] Ι.
|lstext='''ἐποικοδόμησις''': -εως, ἡ, τὸ ἐποικοδομεῖν: μεταφ., ἐπισώρευσις, ἀνιοῦσα [[ἔμφασις]], Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 1. 18, 34, Λογγῖν. 39· πρβλ. [[ἐποικοδομέω]] Ι.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐποικοδόμησις:''' εως ἡ досл. надстраивание, рит. нагромождение, раздувание Arst.
}}
}}

Revision as of 20:44, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐποικοδόμησις Medium diacritics: ἐποικοδόμησις Low diacritics: εποικοδόμησις Capitals: ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΗΣΙΣ
Transliteration A: epoikodómēsis Transliteration B: epoikodomēsis Transliteration C: epoikodomisis Beta Code: e)poikodo/mhsis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A building up : metaph., piling up of expressions, climax, Arist.GA724a29 ; ἡ τῶν λέξεὼν ἐ. Longin.39.3.

German (Pape)

[Seite 1007] ἡ, das Daraufbauen, übertr. von einer rhetorischen Häufung, Arist. gen. an. 1, 18. S. ἐποικονομία.

Greek (Liddell-Scott)

ἐποικοδόμησις: -εως, ἡ, τὸ ἐποικοδομεῖν: μεταφ., ἐπισώρευσις, ἀνιοῦσα ἔμφασις, Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 1. 18, 34, Λογγῖν. 39· πρβλ. ἐποικοδομέω Ι.

Russian (Dvoretsky)

ἐποικοδόμησις: εως ἡ досл. надстраивание, рит. нагромождение, раздувание Arst.