ἔμφασις
English (LSJ)
ἐμφάσεως, ἡ, (ἐμφαίνομαι)
A appearing in a smooth surface, reflection, as in a mirror or in water, Arist.Mete.373b24, 377b17; κατ' ἔμφασιν = by reflection, Id.Mu.395a29; ἔμφασιν ποιεῖν Thphr. De Lapidibus 30; ἀμυδραὶ ἐμφάσεις τῆς ἀληθείας faint reflections or images, Plu.2.354c: generally, ἔμφασις προσώπου (in the moon) Epicur.Ep.2p.41U., Stoic.2.198, cf. Plot.4.3.18; τοῦ ὄντος Dam.Pr.69; τῶν πρώτων ἐν τοῖς ἐσχάτοις Procl.in Alc.p.69C.; στερεοῦ πρώτη ἔμφασις ἐν τῇ τετράδι εὑρίσκεται Hierocl in CA 20p.465M.
2 outward appearance, impression, presentation, τὰς ἐμφάσεις κρίνειν Arist.Div.Somn.464b12; φαντασιῶν Stoic. 2.24 (pl.); κατὰ τὴν ἔμφασιν Plb.5.63.2; ποιεῖν ἔμφασίν τινος = give the appearance of.., suggest, Chrysipp.Stoic.2.257; ποιεῖν ἔμφασιν ὡς.. make as if... Plb.5.110.6; ποιεῖν, c. fut. inf., Str.8.3.30; ἔμφασιν λαβεῖν τινος Phld.Ir. p.95 W., al.; ἔμφασιν ἔχειν τινός D.H.Th.16; ἔμφασιν ἔχειν ὡς.. D.S.11.89; ἔμφασιν γίγνεταί τινος Id.1.38; of taste, ἔμφασις ἁλυκότητος Dsc.5.87.
II (ἐμφαίνω) setting forth, exposition, narration, Plb.6.5.3, etc.; ποιεῖν ἐμφάσεις κατά τινος to make statements against, Id.28.4.8; συμβόλων ἐμφάσεις explanations, Iamb.VP23.103.
III meaning, significance, Agatharch.21, Corn.ND15; especially in Rhet., significance, emphasis, Quint.8.3.83, 9.2.3, Trypho Trop.p.199S., Tib.Fig.14: coupled with δείνωσις, Demetr.Eloc.130.
2 suggestion, hint, ib.57,171.
IV moral of a fable, Babr.116.15.
Spanish (DGE)
ἐμφάσεως, ἡ
• Grafía: graf. ἐνφ- POxy.2274.10 (III d.C.)
A uso gener.
I ref. la visión total o parcial de una realidad
1 ref. figuras reflejadas reflejo, imagen reflejada en un espejo ἐν τῷ αὐτῷ σημείῳ τοῦ ἐνόπτρου τὸ αὐτὸ φαίνοιτ' ἂν μέρος τῆς ἐμφάσεως Arist.Mete.345b15, ἡ ... ὁμαλότης τοῦ ἐνόπτρου ποιεῖ χρόαν μίαν τῆς ἐμφάσεως Arist.Mete.377b17, en objetos brillantes πρὸς τὴν τῆς ἀληθείας ἔμφασιν Aristeas 77, en el agua οὐδὲν ὁμοία γίνεται ἡ ἔμφασις καὶ τὰ εἴδωλα τοῖς ἀληθινοῖς Arist.Diu.Som.464b11, τὸ μὲν ὕδωρ οὐχ ὁρῶμεν, τὴν δὲ ἑαυτῶν ἔμφασιν ὁρῶμεν Alex.Aphr.de An.133.9, en el cielo ἔσται διὰ τὴν ἀνάκλασιν ἔμφασίς τις del arco iris, Arist.Mete.373b31, cf. 374a16, τῶν ἐν ἀέρι φαντασμάτων τὰ μέν ἐστι κατ' ἔμφασιν, τὰ δὲ καθ' ὑπόστασιν Arist.Mu.395a30, cf. Olymp.in Mete.209.23, ὁ ἀὴρ τῶν ἐμφάσεων τῶν ὁρατῶν πεπλήρωται Phlp.in de An.334.41, en el ojo Δημόκριτος ... οἴεται τὸ ὁρᾶν εἶναι τὴν ἔμφασιν Arist.Mete.438a6, cf. Alex.Aphr.in Sens.24.15, ὁρᾷν τῇ ἐμφάσει τῆς κόρης la visión por el reflejo en la pupila Thphr.Sens.27, cf. 36
•fig. αἱ γὰρ ἐν γενητοῖς ἐμφάσεις διαλύονται, αἱ δὲ ἐν τῷ ἀγενήτῳ ... ἀίδιοι διατελοῖεν Ph.1.107, νοῦς ... ἔμφασιν ἐναργῆ τοῦ ἀγενήτου λαμβάνει la inteligencia toma una viva imagen de lo increado (a semejanza de la visión de las imágenes físicas de los objetos), Ph.1.107, cf. Clem.Al.Strom.1.19.94.
2 ref. obras artísticas y otras representaciones materiales representación, expresión ἡ γὰρ ἔμφασις τῶν πραγμάτων αὐτοῖς ἄπεστιν les falta la expresión de la realidad a los dibujos hechos del natural, Plb.12.25h.4, τῶν κολοσσιαίων Ph.1.2, ἐξ ἐμφάσεως τῶν μεταγραφομένων καὶ μεταφορᾶς de la escritura jeroglífica, D.S.3.4, ὁ μῦθος ... λόγου τινὸς ἔμφασις ἐστιν Plu.2.359a, de una metáfora τὰ μὲν ἔμφασιν μεγέθους τελείων ἀγαθῶν δηλοῖ Ph.1.126, τῶν ὀμμάτων ἔμφασις = la expresión de los ojos Plb.32.3.9.
3 ref. al aspecto externo apariencia, lo visible περὶ ἐμφάσεως αὐτῆς (σελήνης), διὰ τί γεώδης φαίνεται Placit.2.30 tít., ἡ δὲ ἔμφασις τοῦ προσώπου de la luna, Epicur.Ep.[3] 95, ἡ δ' ἔμφασις οὐ μία τῶν ἐν τῇ σελήνῃ μελασμάτων la apariencia de las manchas de la luna no es sólo una Plu.2.921b, δοκεῖς τε παρέχειν ἔμφασιν λυπουμένου Com.Adesp.1027.2, διὰ ταύτης τῆς ἐμφάσεως χάριν ἀποδιδόναι περὶ τῆς πολυτεκνίας por medio de esta apariencia devuelven el favor de su mucha descendencia, de un exvoto, D.S.1.88
•op. ἀπέμφασις ‘apariencia irreal’ ἡ μὲν φαινομένη ἀληθὴς ἔμφασις καλεῖται S.E.M.7.169.
4 de la exteriorización manifestación frec. c. gen. subjet. περὶ τοὺς τόπους τούτους οὔτε πάγος οὔτε ψῦχος οὔθ' ὅλως χειμῶνος ἔμφασις γίνεται D.S.1.38, θεοῦ Clem.Al.Strom.5.13.87, τῆς εὐνοίας Iul.Ep.80 (p.89.22)
•de la exteriorización parcial señal, huella, indicio λέγουσιν ἐμφάσεις τινὰς εἶναι περὶ τοὺς τόπους ἐκείνους las fuentes del Nilo, D.S.1.37, οὐδὲ τὴν ἐλαχίστην ἔμφασιν ἔχοντα τῆς δεινότητος ἐκείνης D.H.Th.16.1, ἔχει τινὰ ἔμφασιν τῆς πλημμυρίδος tiene cierta vislumbre de la marea dicho de Homero, Str.1.1.7, de un robo οὐδαιμίαν (sic) ἔνφασιν εὕραμεν POxy.2274.10 (III d.C.), del carácter ἔστι δὲ καὶ τοῦ ἤθους τις ἔμφασις ἐκ τῶν γελοίων Demetr.Eloc.171, cf. Plu.Alex.1, 2.19a.
II ref. la sensación inmediata o insegura producida por un fenóm., un hecho, una realidad
1 impresión, apariencia, traza en diversos giros verbales:
a) ἔμφασιν ποιεῖν, ἔμφασιν διδόναι, ἔμφασιν παρέχειν, ἔμφασιν ἔχειν = dar la impresión, tener la apariencia de, parecer c. gen. βουλόμενος ... μηδεμίαν ἔμφασιν ποιεῖν ἀλλοτριότητος queriendo no dar ninguna impresión de desafección Plb.23.8.2, ὀργῆς D.S.3.18, cf. 16.11, χρόνου τινὸς ἔμφασιν ἀξιολόγου δίδωσι Str.1.2.36, en plu., D.S.17.118, ἔμφασιν ὀργῆς παρέχειν M.Ant.1.9, cf. Demetr.Eloc.47, Gal.8.104, Alex.Fig.1.2, Gr.Nyss.Eun.2.105, c. ὡς: ἔμφασιν ... ἔχει τὸ ἀναβαλλόμενον ὕδωρ ὡς ὑπάρχει διάπυρον este agua lanzada hacia arriba tiene la apariencia de estar muy caliente D.S.11.89, c. ὡς y part. ἔμφασιν ἐποίει τοῖς ἔνδον ὡς πολιορκήσων τὸ χωρίον Plb.4.80.10, cf. 5.110.6, c. inf. ὥστ' ἔμφασιν ποιεῖν ... ἀποστεγάσειν τὸν νεών Str.8.3.30;
b) ἔμφασιν λαμβάνειν tomar la apariencia ἱκανὴν τοῦ πράγματος ἔμφασιν <ἐξὸν> λαβεῖν Plb.9.24.3, βραχεῖαν δέ τινα τῆς περιστάσεως ἔμφασιν ... λαβεῖν Plb.23.5.10;
c) c. otros verb. ἔμφασις γίνεται πλείονος χρόνου Ariston.Il.15.470, ἔμφασιν ἀπέλειπον ὡς ἐπικυδεστέρων αὐτῶν γεγονότων Plb.35.2.14, cf. Chrysipp.Stoic.2.240.8, τὴν ἐναντίαν ἔμφασιν ὑποδεικνύων dando la impresión contraria Plb.2.47.10;
d) en la locución δι' ἐμφάσεως = en apariencia, aparentemente Str.1.2.30.
2 falsa apariencia, manifestación engañosa o errónea εἰρωνεία οὐκ ὂν (sc. τὸ εἶδος) ἔχει τινὰ ὅμως καὶ εἰρωνείας ἔμφασιν Demetr.Eloc.291, μεγεθυνομένης δὲ τῆς ὀγκώσεως, ἔμφασις ὕδρωπος ἀποτελεῖται Sor.3.11.22.
B en el uso del lenguaje
I gener.
1 descripción, exposición clara de un tema καθολική ἔμφασις op. ὁ κατὰ μέρος λόγος Plb.6.5.3, ἐν ὀλίγῳ τὴν τῆς περιστάσεως ἔμφασιν ὑποδεικνυούσης mostrando en pocas palabras una descripción de su situación, Plb.10.18.13.
2 expresión ἐὰν ... σημαίνωμεν ... ταῖς κοιναῖς ἐμφάσεσιν Plb.36.12.1.
3 sentido, significado ἡ ... καθόλου τῆς ὑποθέσεως ἔμφασις καὶ ἡ περιγραφή Plb.3.1.8, τοὺς λόγους αὐτῶν τὴν ἐναντίαν ἔμφασιν ἔχειν τῇ προθέσει τῇ κατὰ τὴν ἀλήθειαν Plb.21.19.4, οὐδὲν ἂλλο συνίησι πλὴν ἄνθρωπος ... ἐμφάσεως τε καὶ συναρτήσεως nadie que no sea el ser humano se da cuenta del significado ni de las conexiones en una frase, Plu.2.387a, δεδείξεται δὲ ὡς καὶ πλήθους ἔσθ' ὅτε ἔμφασιν ποιεῖ A.D.Synt.27.25, cf. 182.5, τὸ «σύ» δεικτικὴ ἔχον ἔμφασιν Clem.Al.Paed.1.8.71
•c. gen. τὸ ... ὑψηλῶς νοεῖν περὶ θεοῦ ἔμφασιν τοῦ «ὑψίστου» κινεῖ Ph.1.103
•op. ἔνδειξις ‘indicación’ Basil.Ep.189.5.
II ret., lit. y esp. ref. figuras del lenguaje
1 énfasis, relevancia ἐμφάσεως χάριν ὑπομνῆσαι τοὺς ἀκούοντας Plb.9.1.6, χρῆται δὲ αὐταῖς Ὅμηρος καὶ πρὸς δείνωσιν ἐνίοτε καὶ ἔμφασιν Demetr.Eloc.130, mediante la reiteración, Demetr.Eloc.212, δι' ἐμφάσεως αὐτὸς ἀνεδέχετο κατορθώσειν τὴν ἐπιβολήν con insistencia aseguró que él mismo llevaría a cabo la empresa D.S.17.30, τὸ «οὐτοσί» ... γίνεται κατ' ἐπέκτασιν τοῦ «ῑ» πρὸς ἔμφασιν Hdn.Gr.2.196, cf. Ph.1.30, Ariston.Od.9.297, οὐκέτι ὁμοίαν ἔμφασιν ἡ μαρτυρία αὐτοῦ ἔχει del testimonio dado por un tullido, Arr.Epict.3.22.86
•como figura retórica, de varias formas de magnificación de la expresión énfasis ἔστι δὲ αὐτῶν ἡ δεινότης ἔκ τε τῶν ἐμφάσεων γινομένη Demetr.Eloc.282, ἔμφασιν ποιεῖ καὶ τὸ ἐπισημαίνεσθαι ταῖς ποιότησιν Aristid.Rh.1.120.
2 insinuación, alusión de comentarios maliciosos ταύτην τὴν λοιδορίαν καὶ τὰς ἐμφάσεις οὐχ οἷον ἄν τις διέθετο πεπαιδευμένος ἀνήρ Plb.12.13.2, Μηριόνην ... οὕτω κεκλῆσθαί φασι δι' ἔμφασιν τοῦ Κρητῶν ἔθους S.E.P.3.199
•de comentarios vagos, insinuación, alusión ambigua, sugerencia c. ὡς y gen. abs. βραχεῖαν ἔμφασιν ἐποιήσατο διὰ τῶν ἀποστελλομένων ὡς οὐκ ἀδυνάτου τῆς ἐπιβολῆς οὔσης Plb.14.1.10, τούτους παρέπεμπε ποικίλας ἐμφάσεις ποιοῦσα περὶ τοῦ μέλλοντος los despachó haciéndoles alusiones ambiguas sobre lo que iba a pasar Plb.30.19.17, cf. 38.12.11, Basil.Ep.223.5, ἀντίγρα(φον) ... ὑπέταξα κατ' ἔνφασιν Οὐαλερίου he adjuntado una copia (de la carta) por indicación de Valerio, PTurner 23.12 (II d.C.)
•como figura retórica, de varias formas de alusión oblícua insinuación τὸ δὲ καλούμενον ἐσχηματισμένον ἐν λόγῳ οἱ νῦν ῥήτορες γελοίως ποιοῦσι καὶ μετὰ ἐμφάσεως Demetr.Eloc.287, ἔμφασις ἐστι λέξις δι' ὑπονοίας αὐξάνουσα τὸ δηλούμενον Trypho Trop.p.199, emphasis, altiorem praebens intellectum quam quem uerba per se ipsa declarant, Quint.Inst.8.3.83, ἔμφασις ἐστιν ὅταν μὴ αὐτό τις λέγῃ τὸ πρᾶγμα, ἀλλὰ δι' ἑτέρων ἐμφαίνῃ Tib.Fig.14, μεταφορὰ ἐστι λέξις μεταφερομένη ἀπὸ τοῦ κυρίου ἐπὶ τὸ μὴ κύριον ἐμφάσεως ἢ ὁμοιώσεως ἕνεκα Trypho Trop.p.192, περὶ τῆς ἐμφάσεως tít. de una obra de Dionisio Tracio, Clem.Al.Strom.5.8.45.
3 metáfora, imagen metafórica πάντα δι' ἐμφάσεως λέγει, διὰ τῶν σωματικῶν τὰ πνευματικὰ ἡμῖν παραδεικνύς lo dice todo mediante una imagen, refiriéndose a lo espiritual mediante lo corpóreo, Basil.M.31.393A, τοῦ δὴ νοητοῦ γεγονότος δι' ἐμφάσεως ἀκουστοῦ Procl.in R.2.243.
German (Pape)
[Seite 819] ἡ, 1) das sich auf etwas Zeigen, z. B. Abspiegelung; Arist. mund. 4 vom Regenbogen, φάντασμα κατ' ἔμφασιν, ἔμφασις ἡλίο υ ἐν νέφει νοτερῷ; vom Spiegelbilde im Wasser, Probl. 23, 9 u. öfter Theophr.; λόγοι ἀμυδρὰς ἐμφάσεις τῆς ἀληθείας ἔχοντες, ein schwaches Abbild, Plut. Is. et Os. 9; dah. Schein, οὔτε ψῦχος οὔθ' ὅλως χειμῶνος ἔμφ. D. Sic. 1, 38; ἔμφασιν ἔχειν ὡς, den Schein haben, als ob, 11, 89; κατὰ τὴν ἔμφασιν, dem Anschein nach, Pol. 37, 2; ἔμφασιν ποιεῖν, ὡς, den Schein annehmen, 5, 110, 6. – 2) Andeutung, Verdeutlichung; ἡ καθολικὴ ἔμφ., entgegengesetzt dem κατὰ μέρος λόγος, Pol. 6, 5, 3; τ οῦ πράγματος λαβεῖν, verstehen, 24, 5, 10 u. öfter; ἐμφ. ποιεῖν 26, 10, 5; vgl. Plut. Aler. 1. – 3) Bei den Rhetoren = Nachdruck der Rede, bes. Kraft eines Ausdruckes, der mehr bedeutet, als er auszusprechen scheint, Schol.
French (Bailly abrégé)
ἐμφάσεως (ἡ) :
I. 1 réflexion (dans l'eau ou dans un miroir), image, reflet;
2 extérieur (d'une pers. ou d'une chose);
3 apparence;
II. action de faire voir clairement, démonstration, explication, récit ; particul. morale d'une fable.
Étymologie: ἐμφαίνω.
Greek (Liddell-Scott)
ἔμφασις: ἐμφάσεως, ἡ, (ἐμφαίνομαι) τὸ ἐμφαίνεσθαι ἐν λείᾳ τινὶ ἐπιφανείᾳ, ἀνταύγεια οἵα ἐν κατόπτρῳ ἢ ὕδατι, Ἀριστ. Μετεωρ. 3. 4, 6., 3. 6, 4 κ. ἀλλ., Προβλ. 23. 9· ἔμφασιν ποιεῖν Θεοφρ. περὶ Λίθ. 30· ἀμυδραὶ ἐμφάσεις τῆς ἀληθείας, ἀσαφεῖς ἀντανακλάσεις ἢ εἰκόνες, Πλούτ. 2. 354C. 2) ἐξωτερικὴ ὄψις, τὸ ἐξωτερικὸν φαινόμενον, λαμπρότητος Ἀριστ. π. Κόσμ. 4, 22· ἐμφάσεις ὀνείρων ὁ αὐτ. π. Μαντ. ἐν Ὕπνοις 2. 13· κατ’ ἔμφασιν, κατὰ τὸ φαινόμενον, ἐν ἀντιθ. πρὸς τὸ καθ’ ὑπόστασιν (πράγματι) ὁ αὐτὸς π. Κόσμ. 4, 21· κατὰ τὴν ἔμφασιν Πολύβ. 5. 63, 2· ποιοῦσαν ἔμφασιν, μετὰ γεν., δεικνύουσαν τάχα, προσποιουμένην, Πλούτ. 2. 63F· ἀλλ’, ἔμφασιν ἐποίει ὡς προστάττων τι, ἐφαίνετο ὡς νὰ προσέταττέ τι, Πίναξ Κέβ. 14· ποιῶν ἔμφασιν ὡς ἐπί τινας.., ἐπεστροφὼς.., Πολύβ. 5. 110, 6· ἔμφ. ἔχειν τινὸς Διον. Ἁλ. π. Θουκ. 16· ἔμφ. ἔχειν ὡς... Διόδ. 11. 89· ἔμφ. γίγνεταί τινος ὁ αὐτὸς 1. 38. ΙΙ. (ἐμφαίνω) δήλωσις, διήγησις, Πολύβ. 6. 5, 3, κτλ.· ποιεῖν ἐμφάσεις κατά τινος ὁ αὐτὸς 28. 4, 8. ΙΙΙ. παρὰ ῥήτορσι, δύναμις τοῦ λόγου, δύναμις ἐκφράσεως, ἥτις ἔχει πλείονα ἰσχὺν ἢ ἡ διὰ τῶν λέξεων ἐκφραζομένη ἔννοια, Ἰαμβλ. Βίος Πυθ. 103, 161, κ. ἀλλ.
Russian (Dvoretsky)
ἔμφᾰσις: ἐμφάσεως ἡ
1 изображение, отражение (τινος ἐν ἐνόπτροις Arst.);
2 образ, описание (ἔμφασιν ἤθους ποιεῖν Plut.);
3 внешность, вид (σεμνότητος ἔμφασιν περιτιθέναι τινί Plut.);
4 видимость: κατ᾽ ἔμφασιν Arst. и κατὰ τὴν ἔμφασιν Polyb. по видимости; ἔμφασιν καὶ δόκησιν ἐπιπόνου χρείας ποιεῖν Plut. прикидываться страшно занятым; οὔτε πάγος οὔτε ψῦχος οὔθ᾽ ὅλως χειμῶνος ἔ. γίνεται Diod. (в Эфиопии) нет ни инея, ни мороза, ни каких бы то ни было вообще признаков зимы;
5 обзор, обозрение, изложение: διὰ τῆς καθολικῆς ἐμφάσεως Polyb. с общей точки зрения;
6 разъяснение, указание: μάλιστα δὲ κατ᾽ Ἀρχεδάμου ἐποίει τὰς ἐμφάσεις Polyb. его указания относились главным образом к Архедаму;
7 (в баснях), нравоучение, мораль, Babr.;
8 рит. эмфаза, (особая) выразительность, подчеркнутость.