Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἐπιφλεγής: Difference between revisions

From LSJ

Ὡς οὐδὲν ἡ μάθησις, ἂν μὴ νοῦς παρῇ → Quam nihil est disciplina, ni mens → Wie wenig taugt das Lernen, wenn Begabung fehlt

Menander, Monostichoi, 557
(14)
(2)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπιφλεγής]], -ές (A) [[επιφλέγω]]<br />αυτός που [[είναι]] [[φλογώδης]] στην [[επιφάνεια]], που έχει κατακόκκινη [[επιφάνεια]] («οἷς [[περί]] τὰ στήθη ἐπιφλεγές έστι [[χρῶμα]] δυσόργητοι», <b>Αριστοτ.</b>).
|mltxt=[[ἐπιφλεγής]], -ές (A) [[επιφλέγω]]<br />αυτός που [[είναι]] [[φλογώδης]] στην [[επιφάνεια]], που έχει κατακόκκινη [[επιφάνεια]] («οἷς [[περί]] τὰ στήθη ἐπιφλεγές έστι [[χρῶμα]] δυσόργητοι», <b>Αριστοτ.</b>).
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπιφλεγής:''' раскаленный, перен. огненно-красный, багровый ([[χρῶμα]] Arst.).
}}
}}

Revision as of 20:44, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιφλεγής Medium diacritics: ἐπιφλεγής Low diacritics: επιφλεγής Capitals: ΕΠΙΦΛΕΓΗΣ
Transliteration A: epiphlegḗs Transliteration B: epiphlegēs Transliteration C: epiflegis Beta Code: e)piflegh/s

English (LSJ)

ές, (φλέγω)

   A fiery, χρῶμα Arist.Phgn.812a25.

German (Pape)

[Seite 1000] ές, auf der Oberfläche entzündet, hochroth, Arist. physiogn.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιφλεγής: -ές, (φλέγω) φλογώδης, πυρώδης, χρῶμα Ἀριστ. Φυσιογν. 6. 34.

Greek Monolingual

ἐπιφλεγής, -ές (A) επιφλέγω
αυτός που είναι φλογώδης στην επιφάνεια, που έχει κατακόκκινη επιφάνεια («οἷς περί τὰ στήθη ἐπιφλεγές έστι χρῶμα δυσόργητοι», Αριστοτ.).

Russian (Dvoretsky)

ἐπιφλεγής: раскаленный, перен. огненно-красный, багровый (χρῶμα Arst.).