προεπαφίημι: Difference between revisions

From LSJ

ὅσα ἦν νενοσσευμένα ὀρνίθων γένεα → as many species of birds as had their nests, all the other kinds of birds which had been hatched

Source
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προεπαφίημι:''' [[στέλνω]] από [[πριν]] [[εναντίον]] του εχθρού, σε Λουκ.
|lsmtext='''προεπαφίημι:''' [[στέλνω]] από [[πριν]] [[εναντίον]] του εχθρού, σε Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''προεπᾰφίημι:''' (против кого-л.) высылать вперед (τὸ [[ἱππικόν]] Luc.).
}}
}}

Revision as of 02:44, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προεπαφίημι Medium diacritics: προεπαφίημι Low diacritics: προεπαφίημι Capitals: ΠΡΟΕΠΑΦΙΗΜΙ
Transliteration A: proepaphíēmi Transliteration B: proepaphiēmi Transliteration C: proepafiimi Beta Code: proepafi/hmi

English (LSJ)

   A send forward against the enemy, Luc.Tox. 54.

German (Pape)

[Seite 721] (s. ἵημι), vorher gegen Einen abschicken, Luc. Tox. 54.

Greek (Liddell-Scott)

προεπαφίημι: ἐπαφίημί τι ἐναντίον τινός, προεπαφέντες τὸ ἱππικὸν Λουκ. Τόξ. 54.

French (Bailly abrégé)

f. προεπαφήσω, ao. προεπαφῆκα, etc.
lancer en avant ou d’avance contre qqn.
Étymologie: πρό, ἐπαφίημι.

Greek Monolingual

Α ἐπαφίημι
στέλνω κάποιον εκ τών προτέρων εναντίον άλλου.

Greek Monotonic

προεπαφίημι: στέλνω από πριν εναντίον του εχθρού, σε Λουκ.

Russian (Dvoretsky)

προεπᾰφίημι: (против кого-л.) высылать вперед (τὸ ἱππικόν Luc.).