κέγχρων: Difference between revisions
From LSJ
πρὸ τελευτῆς μὴ μακάριζε μηδένα, καὶ ἐν τέκνοις αὐτοῦ γνωσθήσεται ἀνήρ → Count no man blessed before his end; a man will be recognized in his offspring. (Ecclesiasticus 11:28)
(20) |
(nl) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κέγχρων]]> ὁ (Α)<br />[[τοπικός]] [[άνεμος]] που πνέει στον ποταμό Φάσι.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η [[σύνδεση]] με τη λ. [[κέρχνος]], με σημ. «[[βραχνάδα]]», δεν φαίνεται πιθανή]. | |mltxt=[[κέγχρων]]> ὁ (Α)<br />[[τοπικός]] [[άνεμος]] που πνέει στον ποταμό Φάσι.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η [[σύνδεση]] με τη λ. [[κέρχνος]], με σημ. «[[βραχνάδα]]», δεν φαίνεται πιθανή]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=κέγχρων -ονος, ὁ kenchron (naam van lokale wind bij de rivier de Phasis). | |||
}} | }} |
Revision as of 07:08, 1 January 2019
English (LSJ)
ωνος, ὁ, a local wind on the river Phasis, Hp.
A Aër.15.
German (Pape)
[Seite 1410] ωνος, ὁ, ein am Phasis wehender Wind, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
κέγχρων: ὁ, τοπικός τις ἄνεμος πνέων κατὰ τὸν ποταμὸν Φᾶσιν, Ἱππ. π. Ἀέρ. 290.
Greek Monolingual
κέγχρων> ὁ (Α)
τοπικός άνεμος που πνέει στον ποταμό Φάσι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Η σύνδεση με τη λ. κέρχνος, με σημ. «βραχνάδα», δεν φαίνεται πιθανή].
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κέγχρων -ονος, ὁ kenchron (naam van lokale wind bij de rivier de Phasis).