πανέστιος: Difference between revisions
From LSJ
σκῆπτρον χρυσείοις ἥλοισι πεπαρμένον → sceptre pierced with golden studs, staff studded with golden nails
(3b) |
(1ba) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''πᾰνέστιος:''' со всем домом, со всеми домочадцами (μετοικίζεσθαι [[Ἀθήναζε]] Plut.). | |elrutext='''πᾰνέστιος:''' со всем домом, со всеми домочадцами (μετοικίζεσθαι [[Ἀθήναζε]] Plut.). | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=πᾰν-έστιος, ον, [[ἑστία]]<br />with all the [[household]], Plut. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:05, 9 January 2019
English (LSJ)
ον, (ἑστία)
A with all the household, Plu.Sol.24.
German (Pape)
[Seite 459] mit dem ganzen Hause, Hausstande; αετοικιζόμενος Ἀθήναζε, Plut. Sol. 24; Sp.
Greek (Liddell-Scott)
πᾰνέστιος: -ον, (ἑστία) μετὰ πάσης τῆς οἰκογενείας, Πλουτ. Σόλων 24.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
avec toute la famille (propr. tout le foyer).
Étymologie: πᾶν, ἑστία.
Greek Monolingual
-ον, ΑΜ
αυτός που είναι με όλη την οικογένεια του, με όλο το νοικοκυριό του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + ἑστία (πρβλ. ομο-έστιος)].
Greek Monotonic
πᾰνέστιος: -ον (ἑστία), αυτός που βρίσκεται με ολόκληρη την οικοσκευή, σε Πλούτ.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πανέστιος -ον [πᾶς, ἑστία] met het hele gezin.
Russian (Dvoretsky)
πᾰνέστιος: со всем домом, со всеми домочадцами (μετοικίζεσθαι Ἀθήναζε Plut.).