εὐθυμάχης: Difference between revisions
From LSJ
Βίος βίου δεόμενος οὐκ ἔστιν βίος → Non est vitalis vita victus indigens → Kein Leben ist ein Leben ohne Unterhalt
(4) |
(1ab) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''εὐθυμάχης:''' -ου, ὁ, αυτός που μάχεται ανοιχτά, που πολεμά [[φανερά]], σε Πίνδ. | |lsmtext='''εὐθυμάχης:''' -ου, ὁ, αυτός που μάχεται ανοιχτά, που πολεμά [[φανερά]], σε Πίνδ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=εὐθυ-μάχης, ου,<br />[[fighting]] [[openly]], Pind. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:25, 9 January 2019
English (LSJ)
ου, Dor. -χᾱς, ὁ,
A fighting openly, Pi.O.7.15.
German (Pape)
[Seite 1070] ὁ, in offener Schlacht kämpfend, άνήρ Pind. Ol. 7, 15.
Greek (Liddell-Scott)
εὐθυμάχης: -ου, ὁ, φανερῶς μαχόμενος, Πινδ. Ο. 7. 27.
Greek Monolingual
εὐθυμάχης, δωρ. τ. εὐθυμάχας, ὁ (Α)
αυτός που μάχεται, που αγωνίζεται φανερά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευθύς + -μάχης (< μάχομαι)
πρβλ. α-ταρβο-μάχης, οπλο-μάχης].
Greek Monotonic
εὐθυμάχης: -ου, ὁ, αυτός που μάχεται ανοιχτά, που πολεμά φανερά, σε Πίνδ.