ἀντιπροσεῖπον: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ μανθάνειν δ' ἥδιστον εὖ λέγοντος, εἰ κέρδος λέγοι → It is the sweetest thing to learn from one speaking well, if they speak profitably

Sophocles, Antigone, 1031-2
(3)
(1a)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀντιπροσεῖπον:''' χρησιμ. ως αόρ. βʹ του [[ἀντιπροσαγορεύω]], σε Θεόφρ.· Παθ. αόρ. αʹ ἀντι-[[προσερρήθην]], σε Ξεν.
|lsmtext='''ἀντιπροσεῖπον:''' χρησιμ. ως αόρ. βʹ του [[ἀντιπροσαγορεύω]], σε Θεόφρ.· Παθ. αόρ. αʹ ἀντι-[[προσερρήθην]], σε Ξεν.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[ἀντιπροσαγορεύω]]<br />serving as aor2 to [[ἀντιπροσαγορεύω]], Theophr.: aor1 [[pass]]. [[ἀντιπροσερρήθην]], Xen.
}}
}}

Revision as of 16:20, 9 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιπροσεῖπον Medium diacritics: ἀντιπροσεῖπον Low diacritics: αντιπροσείπον Capitals: ΑΝΤΙΠΡΟΣΕΙΠΟΝ
Transliteration A: antiproseîpon Transliteration B: antiproseipon Transliteration C: antiproseipon Beta Code: a)ntiprosei=pon

English (LSJ)

   A v. ἀντιπροσαγορεύω.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιπροσεῖπον: ἴδε τὸ ρῆμα ἀντιπροσαγορεύω.

Spanish (DGE)

v. ἀντιπροσαγορεύω.

Greek Monotonic

ἀντιπροσεῖπον: χρησιμ. ως αόρ. βʹ του ἀντιπροσαγορεύω, σε Θεόφρ.· Παθ. αόρ. αʹ ἀντι-προσερρήθην, σε Ξεν.

Middle Liddell

ἀντιπροσαγορεύω
serving as aor2 to ἀντιπροσαγορεύω, Theophr.: aor1 pass. ἀντιπροσερρήθην, Xen.