συνεκκαίδεκα: Difference between revisions
From LSJ
ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα καὶ σκιὰ μόνον → human being is only a breath and a shadow, man is but a breath and a shadow
m (Text replacement - "(\{\{grml\n.*?\n\}\}\n)\1" to "\1") |
(1b) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''συνεκκαίδεκα:''' по шестнадцати Dem. | |elrutext='''συνεκκαίδεκα:''' по шестнадцати Dem. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=<br />[[sixteen]] [[together]], by sixteens, Dem. | |||
}} | }} |
Revision as of 01:30, 10 January 2019
English (LSJ)
A sixteen together, by sixteens, D.18.104.
German (Pape)
[Seite 1012] je sechszehn, immer sechszehn zusammen, Dem. 18, 104.
Greek (Liddell-Scott)
συνεκκαίδεκα: δεκαὲξ ὁμοῦ, κατὰ δεκαέξ, Δημ. 260, ἐν τέλ.
French (Bailly abrégé)
(οἱ, αἱ, τά)
indécl.
seize ensemble, seize par seize.
Étymologie: σύν, ἑκκαίδεκα.
Greek Monolingual
Α
1. δεκαέξι μαζί
2. ανά δεκαέξι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἐκκαίδεκα «δεκαέξι» (πρβλ. συν-τρεῖς)].
Greek Monotonic
συνεκκαίδεκα: δεκαέξι μαζί, ανά δεκαέξι μαζί, σε Δημ.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
συν-εκκαίδεκα telw. indecl. met zestien tegelijk.
Russian (Dvoretsky)
συνεκκαίδεκα: по шестнадцати Dem.