πολυεύσπλαγχνος: Difference between revisions
From LSJ
Καλὸν δὲ καὶ γέροντι μανθάνειν σοφά → Addiscere aliquid digna res etiam seni → Auch einem Greis ist etwas Weises lernen Zier
(33) |
(c2) |
||
Line 7: | Line 7: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο / [[πολυεύσπλαγχνος]], -ον, ΝΜΑ<br />πολύ [[ευσπλαγχνικός]], πολύ [[συμπονετικός]]. | |mltxt=-η, -ο / [[πολυεύσπλαγχνος]], -ον, ΝΜΑ<br />πολύ [[ευσπλαγχνικός]], πολύ [[συμπονετικός]]. | ||
}} | |||
{{Chinese | |||
|sngr='''原文音譯''':polÚsplagcnoj 坡呂-士普拉格赫挪士<p>'''詞類次數''':形容詞(1)<p>'''原文字根''':許多-交換<p>'''字義溯源''':極有憐憫心的,滿心憐憫,滿了憐憫,體恤的,同情的;由([[πολύς]])*=多)與([[σπλάγχνον]])*=心腸,慈心)組成<p/>'''出現次數''':總共(1);雅(1)<p/>'''譯字彙編''':<p>1) 滿了憐憫(1) 雅5:11 | |||
}} | }} |
Revision as of 21:20, 2 October 2019
Greek (Liddell-Scott)
πολυεύσπλαγχνος: -ον, πολὺ εὔσπλαγχνος, Κλήμ. Ἀλ. ΙΙ, 645Α.
English (Thayer)
(πολύσπλαγχνος) πολυσπλαγχνον (πολύς, and σπλάγχνον which see), full of pity, very kind: חֶסֶד רַב, in the Sept. πολυέλεος. (Theod. Stud., p. 615.)
Greek Monolingual
-η, -ο / πολυεύσπλαγχνος, -ον, ΝΜΑ
πολύ ευσπλαγχνικός, πολύ συμπονετικός.
Chinese
原文音譯:polÚsplagcnoj 坡呂-士普拉格赫挪士
詞類次數:形容詞(1)
原文字根:許多-交換
字義溯源:極有憐憫心的,滿心憐憫,滿了憐憫,體恤的,同情的;由(πολύς)*=多)與(σπλάγχνον)*=心腸,慈心)組成
出現次數:總共(1);雅(1)
譯字彙編:
1) 滿了憐憫(1) 雅5:11